Criticism

Κείμενα και Κριτική

Noir φαντασιώσεις για την τέχνη

Noir φαντασιώσεις για την τέχνη

Κριτική Πεζογραφίας April 27, 2020

Μάκη Μαλαφέκα, Δε λες κουβέντα, Μελάνι 2018

του Γιάννη Σαρρή

Το Noir πεζό του Μάκη Μαλαφέκα, Δε λες κουβέντα (Μελάνι 2018) ανήκει στη λογοτεχνική παράδοση των κειμένων που προσπαθούν να προσεταιριστούν κάτι από ένα μεγαλύτερο θεσμό. Ο θεσμός αυτός είναι η Documenta14 και ο μικρότερος θεσμός μέσα από τον οποίο ο Μαλαφέκας μας ξαναλέει την ιστορία της έκθεσης αυτής είναι ο εαυτός. Ο Μαλαφέκας εφευρίσκει τον Κρόκο, πρωταγωνιστή μιας ιστορίας μυστηρίου, που γυρνάει στην Αθήνα για να παρουσιάσει το βιβλίο του για τον Τζόν Κολτρέιν. Ο «αληθινός» πρωταγωνιστής, ο συγγραφέας δηλαδή, γυρίζει από το Παρίσι εκείνη την εποχή στην μητρόπολη που γεννήθηκε για να παρουσιάσει το βιβλίο του για τον Μαιλς Ντειβις.

Το βιβλίο αυτό έρχεται κατευθείαν σε αντιπαραβολή με το βιβλίο του Enrique Vila-Matas, Στο Κάσσελ δεν υπάρχει λογική (Ίκαρος 2017). Το πεζογράφημα του Βιλα Μάτας τοποθετείται στα πλαίσια της Documenta13. Ο συγγραφέας πηγαίνει στο Κάσσελ με σκοπό να κάνει τον καλλιτέχνη macguffin, με ρόλο να «παίξει» τον εαυτό του σε ένα εστιατόριο που λέγεται Τζέκινς Χαν. Ο Βιλα Μάτας έχει ανάγκη και αυτός να γίνει ένας άλλος, είναι σαν και οι δυο συγγραφείς να προσπαθούν να «κλέψουν» κάτι για αυτούς, δίχως να μπορούν να προσεταιριστούν άμεσα αυτή την υπεραξία. Στη σκιά της αδυναμίας μας να απολαύσουμε χωρίς ένα προστατευτικό πέπλο μια φαντασίωση και οι δυο εφευρίσκουν έναν ‘άλλο’. Στην περίπτωση του Βίλα Μάτας ο ‘άλλος’ λέγεται Πανόφσκι, παραπέμποντας στον ιστορικό τέχνης Erwin Panofsky, και γεμίζει το βιβλίο του αναφορές στην Ιστορία της τέχνης που χρησιμοποιεί για να προσεγγίσει τα έργα που συναντά. Όλοι έχουμε μια αμηχανία μπροστά στη σύγχρονη τέχνη με πιο κοινό σύμπτωμα το «δεν καταλαβαίνω τίποτα». Ο Βιλα-Μάτας γίνεται Πανόφσκι και εν τέλη έτσι καταφέρνει και να συγκινηθεί από μερικά από τα έργα σύγχρονης τέχνης.

Αυτό δεν είναι όμως η στρατηγική του Μαλαφέκα, ο οποίος χρησιμοποιεί διαφορετικά ονόματα (Χρυσικόπουλος, Ωκεανίδου κ.α.) για να ειρωνευτεί τους επιμελητές και παραλλάσσει κάποια γνωστά έργα της Documenta14 που πολυσυζητήθηκαν και προκάλεσαν αντιδράσεις. Ο Παρθενώνας των απαγορευμένων βιβλίων (Marta Minujin) μετατρέπεται σε ένα τεράστιο κανόνι που εκτοξεύει πολτοποιημένα βιβλία από τα Τουρκοβούνια. Σκοπός του Μαλαφέκα είναι μέσω της ειρωνείας να κριτικάρει τον οριενταλισμό που κατά τη γνώμη κάποιων θεωρητικών (Κωστής Σταφυλλάκης κ.α.) η Documenta14 πρόβαλε στην Ελλάδα, ντύνοντας την ελληνική τέχνη με μια επαναστατική φαντασίωση περί του «Νότου που αντιστέκεται στο Βορρά» και «ιθαγενών που μάχονται την καπιταλιστική ομοιομορφία». Η κριτική μίας τέτοιας φαντασίωσης βασίζεται σε ένα ουσιοκρατικό επιχείρημα περί του είναι των Ελλήνων: οι Έλληνες είναι ένας αντισημιτικός λαός και ότι η φαντασιωσική επένδυση αυτή περισώζει το επιχείρημα περί ανωτερότητας της φυλής που επικαλούνται οι Πατριδολάγνοι, αριστεροί και δεξιοί. Το επίμαχο σημείο λοιπόν είναι η σύνδεση μεταξύ αντιδραστικότητας της μυθολογίας του εθνικού αφηγήματος και επιλεγμένων έργων (όχι όλων) που έχουν σκοπό να κεφαλαιοποιήσουν ακριβώς πάνω στο αφήγημα αυτό.

Η Documenta για το Mαλαφέκα γίνεται ένα φαντασιωσικό δοχείο που γεμίζει πάντοτε με το ίδιο υλικό. Ένα Κλικ – Εκτός Ελέγχου (μια αναφορά στο έργο του Μίλο Μανάρα) που ιντριγκάρει κάθε φαντασίωση στην πόλη. Ο Μαλαφέκας το κάνει, σου δίνει ένα αφήγημα noir με όλες μαζί τις φαντασιώσεις για την έκθεση αυτή. Προσωπικά ως συμμετέχων στην έκθεση αυτή μπορώ να πω ότι ταυτίζομαι με το Νουάρ του Μαλαφέκα, παρά με την ιδεαλιστική συνειδητοποίηση περί βάθους, που υπάρχει στον Βίλα Μάτας. Ο Μαλαφέκας προβληματοποιεί το αποτέλεσμα αυτής της έκθεσης. Και αναδεικνύει την επιμελητική επιλογή της Μπιενάλλε της Αθήνας με τον τίτλο «Waiting for the Barbarians», συζητώντας το έργο ως cultural product (πολιτισμικό προϊόν). Με αυτό το τρόπο μάς θυμίζει για ακόμα μια φορά πως η σύγχρονη τέχνη είναι ένα κλειστό, αυτοποιητικό σύστημα (Luhmann) που παράγει τα δικά της προϊόντα, αποκομμένη από τα άλλα συστήματα γύρω της, αναγκαστικά δέσμια της δικής της αλήθειας/συστήματος. Στο ελληνικό συγκείμενο, λοιπόν, η στρατηγική απέναντι σε ένα μεγαλύτερο θεσμό είναι εξω-θεσμική, ενώ ο Βίλα Μάτας ασχολείται με το περιεχόμενο του «βάζου σημαινόντων» που λέγεται Documenta14, τα ίδια τα έργα. Eν τέλει, όπως παρατηρούμε, η τοποθέτησή μας απέναντι στην τέχνη αποτελεί ζήτημα θέσης του παρατηρητή που καθορίζει το παραχθέν πολιτιστικό προϊόν, σάτιρα στη μία και εσωτερίκευση της μεταφυσικής της εμπειρίας από την άλλη. Θα μπορούσαμε να σκεφτούμε μια τρίτη στρατηγική;

Βιβλιογραφία:

Enrique Vila_Matas, Στο Κάσσελ δεν υπάρχει λογική, εκδόσεις Ίκαρος, 2017 Μαλαφέκας Μάκης, Δεν λες κουβέντα, εκδόσεις Μελάνι 2018

Μαλαφέκας Μάκης, Μάιλς Ντέιβις, , εκδόσεις Μελάνι 2017

Σταφυλλάκης –Μαλαφέκας podcast:

http://www.all-collected-voices.org/open-recording-3-despina-zefkili-kostis-stafylakismakis-malafekas