Criticism

Κείμενα και Κριτική

Στο σταυροδρόμι της τέχνης

<strong>Στο σταυροδρόμι της τέχνης</strong>

Λογοτεχνία και ΜΜΕ October 23, 2021

«Η αγάπη άργησε μια μέρα» της Λιλής Ζωγράφου στη λογοτεχνία και στην τηλεόραση


της Πηνελόπης Αλεξίου


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην παρούσα εργασία επιχειρείται μία συγκριτική προσέγγιση του έργου «Η αγάπη άργησε μία μέρα». Η συγκριτική προσέγγιση συνίσταται στη συνεξέταση του λογοτεχνήματος (1994) της Λιλής Ζωγράφου και της αντίστοιχης τηλεοπτικής σειράς (1997). Σκοπός της εργασίας είναι να αναδείξει τις διαφορές, τις μεταγραφές και τις προσεγγίσεις που επέλεξαν συγγραφέας και σεναριογράφος/σκηνοθέτης και τις επιδράσεις που είχαν οι επιλογές αυτές στο έργο.

Στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας επιχειρείται η εξέταση και συνομιλία με το λογοτεχνικό κείμενο ενώ στο δεύτερο η ανάλυση εστιάζει στην τηλεοπτική διασκευή. Στη συνέχεια, στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται η συνεξέταση των δύο κειμένων, όπου παρατίθενται τα δεδομένα που προκύπτουν από την συγκριτική προσέγγιση καθώς και η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της μελέτης. Τέλος, στα συμπεράσματα, εκφράζονται οι τελικές σκέψεις της γράφουσας πάνω στην εργασία που εκπόνησε, με άξονα την περαιτέρω κατανόηση των δύο κειμένων.


1. ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΜΑ ΚΑΙ Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Το έργο «Η αγάπη άργησε μία μέρα», της Λιλής Ζωγράφου, εκδόθηκε για πρώτη φορά το Μάρτιο του 1994 από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Μέσα στα 3 πρώτα χρόνια έγινε ήδη best seller με πάνω από 130.000 πωλήσεις (Αγάθος, 2020). Το 1997, έχοντας ήδη αγαπηθεί από το ελληνικό κοινό, γυρίζεται και προβάλλεται από την ΕΡΤ σε τηλεοπτική σειρά.

Πρόκειται για ένα κοινωνικό μυθιστόρημα με έντονα πολιτικό χαρακτήρα, με άξονα την ανάδειξη της εμπρόθετης δράσης των γυναικών. Έχουμε να κάνουμε, δηλαδή, με φεμινιστική λογοτεχνία. Σύμφωνα με την αγγλοσαξονική κριτική, το έργο Η αγάπη άργησε μία μέρα επιδιώκει να προβάλλει τα δικαιώματα των γυναικών, αποτελεί ένα μέσο αντίστασης για την κοινωνία της εποχής και δίνει φωνή στις γυναίκες ώστε να διεκδικήσουν όλα όσα τους στερεί η πατριαρχία και ο συντηρητισμός (Αρσενίου, 2012: σ. 297-310).

Σύμφωνα με τον Martin Travers, το έργο αυτό εντάσσεται στη λογοτεχνία της πολιτικής κινητοποίησης, καθώς η συγγραφέας έχει προσδώσει έναν έντονα χειραφετησιακό χαρακτήρα και πρόκειται για ένα μυθιστόρημα της εποχής (Travers, 2005: 261-275). Ο μεταπολιτευτικός χαρακτήρας του έργου είναι, τέλος, ορατός από τη διαρκή αντιπαραβολή του συντηρητισμού της ελληνικής επαρχίας σε σχέση με την αστικοποίηση (Τζιόβας, 2017: σ. 499-529). Το λογοτέχνημα θίγει διαρκώς τις συντηρητικές δομές που καταπιέζουν τους γυναικείους χαρακτήρες του έργου, οι οποίοι ασφυκτιούν και ψάχνουν διεξόδους.

Διερευνώνται οι δυνατότητες για αντίσταση και δράση των γυναικών μέσα στην εσωστρεφή και κλειστή επαρχιακή ελληνική κοινωνία της μεταπολίτευσης, η οποία διέπεται από τους νόμους της τιμής και της ντροπής. Οι νόμοι αυτοί συχνά είχαν το χαρακτήρα δικαιολογημένης θανάτωσης των κοριτσιών και γυναικών από τον άνδρα-σύζυγο ή τον πατέρα-πατριάρχη, για τον οποίο αποτελούσαν ιδιοκτησία. Ωστόσο, το λογοτέχνημα προχωρά βαθύτερα, σκιαγραφώντας επίσης το γυναικείο εσωτερικευμένο μισογυνισμό, ο οποίος αποβαίνει εξίσου επικίνδυνος και μοιραίος για τον κοινωνικό, ψυχολογικό ή βιολογικό αφανισμό άλλων γυναικών.

          Η Λιλή Ζωγράφου αποτέλεσε μία από τις πιο ιδιάζουσες συγγραφείς της ελληνικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας αλλά κυρίως της μεταπολίτευσης. Γεννήθηκε το 1922 στο Ηράκλειο Κρήτης και πέθανε το 1998, σε ηλικία 76 ετών. Σπούδασε φιλολογία και ασχολήθηκε συστηματικά με τη συγγραφική, τόσο σε επίπεδο αρθρογραφίας (στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία μεταξύ άλλων) αλλά γράφοντας επίσης θεατρικά κείμενα, δοκίμια και λογοτεχνία. Την περίοδο του πολέμου φυλακίστηκε από τους Ναζί, καθώς αντιστάθηκε στις πολιτικές τους, ενώ βίωσε επίσης κακουχίες και κατά την περίοδο της χούντας. Υπήρξε ένθερμη υποστηρίκτρια του φεμινισμού και αυτό φαίνεται στην εργογραφία της που διαπνέεται από φεμινιστικά προτάγματα.

Μερικά από τα σημαντικότερα έργα της είναι η αυτοβιογραφία της, Η Συβαρίτισσα, που της απέδωσε το χαρακτηρισμό ως «η σκοτεινή θεά Εκάτη της λογοτεχνίας» από τον Δ. Κούρτοβικ. Η λογοτεχνική της αυτοβιογραφία επίσης μελοποιήθηκε από τον Μίλτο Πασχαλίδη. Ανάμεσα στα εξέχοντα έργα της συγκαταλέγονται επίσης το Επάγγελμα Πόρνη, Από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα’ η ιστορία του φαλού και Βιογραφία – Άπαντα της Μαρίας Πολυδούρη.[1]


1.1. ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Η οικογένεια Φτενούδου ζει στην Κρήτη με τις 5 κόρες τους. Ο πατέρας, Μιχαήλος, είναι τσαγκάρης και η μητέρα, Εριφύλλη, δασκάλα. Οι 3 γιοι βρίσκονται εκτός Κρήτης και ο πατέρας τους έχει ξεγράψει από την οικογένεια.

Την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ένας Ιταλός, αναζητώντας καταφύγιο, εισβάλει στο σπίτι των Φτενούδων και η Πηνελόπη (4η κόρη) τον κρύβει στο υπόγειο. Η Πηνελόπη μοιράζεται το μυστικό με τη μικρότερη αδερφή της, 15χρονη Ερατώ, η οποία γνωρίζει τον Ιταλό, Τονίνο, και ερωτεύονται. Όταν η Ερατώ μένει έγκυος μετά από 4 μήνες και η Εριφύλλη το αντιλαμβάνεται, ζητάει από τη 2η κόρη, την Εργίνη, να παραδώσει τον Ιταλό στους αντάρτες στο βουνό.

Η Ερατώ, χωρίς να το γνωρίζει, έχει διαπράξει ένα ύψιστο έγκλημα τιμής για την κοινωνία της εποχής, που είναι αφενός να ερωτοτροπήσει και να μείνει έγκυος εκτός γάμου και αφετέρου να μη σεβαστεί τη σειρά με την οποία οι αδερφές σύναπταν σχέσεις με σκοπό το γάμο (από την πρωτότοκη στην υστερότοκη). Το ένοχο μυστικό της Ερατώς, για να μην ξεπλυθεί η ντροπή και η ατίμωση της τιμής με αίμα (δηλ. να μην την σκοτώσει ο πατέρας της) καλύπτεται από την Εριφύλλη η οποία δηλώνει το παιδί ως δικό της και απαγορεύει στην Ερατώ οποιαδήποτε ανάμιξη μαζί του μετά τη γέννα.

Το παιδί αυτό ονομάζεται Αμαλία και η πρωτότοκη κόρη, Ασπασία, αναλαμβάνει την ανατροφή του. Όταν ο Μιχαήλος και η Εριφύλλη πεθαίνουν, το ρόλο αρχηγού στην οικογένεια αναλαμβάνει η Ασπασία, η οποία γίνεται ολοένα και πιο αυστηρή. Κλειδώνει την Ερατώ στο σπίτι για χρόνια και όταν, 19 χρόνια αργότερα, έρχεται ο Τονίνο να τη ζητήσει σε γάμο και η Ασπασία τον διώχνει, η Ερατώ φτάνει στα όριά της και φεύγει από το σπίτι.

Καταλήγει σε μία μονή, όπου καλόγριες τη φροντίζουν και την προτρέπουν να παντρευτεί το δικηγόρο του μοναστηριού. Μετά το γάμο, ο δικηγόρος ανακαλύπτει το μυστικό της Ερατώς και την κακοποιεί βάναυσα. Η Ερατώ ζητά ξανά καταφύγιο στο μοναστήρι όμως καταλήγει στο σπίτι της αδερφής της Αικατερίνης, που είναι παντρεμένη και φιλικά διακείμενη απέναντί της.

Παράλληλα, η Αμαλία έχει παντρευτεί στα 19 της έναν άνθρωπο 36 χρόνια μεγαλύτερό της, επειδή φέρει αξίωμα και το γάμο ενέκρινε η Ασπασία. Η Αμαλία ζει με τον άντρα της στην Αθήνα και κάνουν οικογένεια. Ένα ξαφνικό πρόβλημα υγείας του γιου της την οδηγεί στο Παρίσι και γνωρίζει τον Τονίνο, ως θεράπων ιατρό του γιου της. Όταν ο Τονίνο αντιλαμβάνεται ποια είναι, στέλνει τηλεγράφημα με την ελπίδα να σμίξει ξανά με την Ερατώ. Το τηλεγράφημα λαμβάνει η Αικατερίνη και τον ενημερώνει πως την προηγούμενη, η Ερατώ έβαλε τέλος στη ζωή της.


1.2. ΑΦΗΓΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΜΑΤΟΣ

Όσον αφορά τα αφηγηματολογικά χαρακτηριστικά του λογοτεχνικού κειμένου, ο χρόνος αφήγησης παρουσιάζει ασυγχρονίες. Το βιβλίο ξεκινάει με το αφηγηματικό παρόν (το γεγονός που διαδραματίζεται και στο τέλος του βιβλίου) κάνοντας πρόληψη. Έτσι, έχουμε επαναληπτική αφήγηση.

Η φωνή της αφήγησης είναι τριτοπρόσωπη με μηδενική εστίαση. Ο αφηγητής έχει το ρόλο του παντογνώστη, καθώς γνωρίζει περισσότερα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Είναι εξωδιηγητικός και ετεροδιηγητικός, αφού δεν μετέχει στην ιστορία και διηγείται τα γεγονότα έξω από αυτήν. Ωστόσο ο αφηγητής προδίδει την ταυτότητά του, καθώς με το παιχνίδισμα που δημιουργεί (όπως φαίνεται στο παρακάτω απόσπασμα) φανερώνει πως είναι ο συγγραφέας. Έχουμε να κάνουμε, δηλαδή, με μία ειδική περίπτωση όπου αφηγητής και συγγραφέας είναι το ίδιο πρόσωπο.

«Γι’ αυτόν τον αποστάτη δεν μιλούσαν ποτέ στο σπίτι των Φτενούδων ώσπου τον λησμόνησαν όλοι, εκτός από μία, μία άπληστη μεγαλομανή που διατηρούσε κρυφά απ’ όλη την οικογένεια εγκάρδιες σχέσεις με τον μοναχικό γέροντα με αποτέλεσμα να τον κληρονομήσει. Αυτή θα γεννηθεί στις επόμενες σελίδες με το όνομα Αμαλία.» (σελ. 32-33).

Τέλος, ως προς την έγκλιση, στο κείμενο υπάρχει αναφερόμενος λόγος. Η διήγηση μοιάζει αρχικά να είναι περιγραφική μέσα από την ανιστόρηση γεγονότων. Εν τούτοις, η διήγηση συχνά διακόπτεται από διαλόγους και απομνημονεύματα, με αποτέλεσμα να υπάρχει το στοιχείο της μίμησης.


2. ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

2.1. Η ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΣΕ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Το 1997, το έργο Η αγάπη άργησε μία μέρα γυρίζεται σε τηλεοπτική σειρά παραγωγής της ΕΡΤ. Το σενάριο συνυπογράφουν οι Κώστας Κουτσομύτης, Μάριος Ποντίκας, Νίκος Απειρανθίτης και τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει επίσης ο Κώστας Κουτσομύτης. Οι ηθοποιοί που συμμετέχουν είναι οι Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Τάνια Τρύπη, Νικόλας Φαράν, Πέγκυ Τρικαλιώτη, Αφροδίτη Γρηγοριάδου, Γιώργος Μοσχίδης, Βασίλης Διαμαντόπουλος, Μηνάς Χατζησάββας, Φίλιππος Σοφιανός, Βαλέρια Χριστοδουλίδου, Ζωζώ Ζάρπα, Χριστίνα Κουτσουδάκη, Μαρίνα Ψάλτη, Μαρία Καβουκίδου, Δημήτρης Τζουμάκης, Θανάσης Κουρλαμπάς, Άκης Δρακουλινάκος, Κώστας Κωβαίος, Όλγα Χαΐνη, Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Πέρης Μιχαηλίδης, Nicola Farron και Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Ερατώς ενσαρκώνεται από την Τάνια Τρύπη και ο δεύτερος πρωταγωνιστικός ρόλος, αυτός της Ασπασίας, ενσαρκώνεται από την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.

Η τηλεοπτική σειρά ανήκει στην κατηγορία του κοινωνικού δράματος και αποτελείται από 18 επεισόδια. Τα γυρίσματα έγιναν στην Παλλήνη, την Αρκαδία, τη Βοιωτία, την Εύβοια και στο Γαλαξίδι, και δεν χρησιμοποιήθηκε στούντιο. Η τηλεοπτική σειρά θεωρήθηκε ιδιαίτερα επιτυχημένη, καθώς απέσπασε 11 βραβεία στα τηλεοπτικά βραβεία «Πρόσωπα» (ΕΡΤ, 2018).

Η συγγραφέας του λογοτεχνικού κειμένου βρισκόταν εν ζωή κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και της προβολής της σειράς, καθώς η προβλήθηκε το 1997 και η Λ. Ζωγράφου απεβίωσε το 1998. Η στάση της απέναντι στο τηλεοπτικό εγχείρημα του έργου της, πριν την τηλεοπτική προβολή του, ήταν ιδιαίτερα μετριοπαθής και σκεπτικιστική (Αγάθος, 2020). Μάλιστα, είχε παραστεί σε μερικά από τα γυρίσματα της σειράς όπου εξέφρασε τη διαφωνία της σχετικά με τη διανομή των ρόλων. Πιο συγκεκριμένα, η ένστασή της αφορούσε την ενσάρκωση του χαρακτήρα της Ασπασίας από την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, που θεωρούσε ότι δεν ήταν η κατάλληλη για το συγκεκριμένο ρόλο (Ανώνυμος, 2012).


2.2. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗΣ ΣΕΙΡΑΣ

Στην τηλεοπτική σειρά υπάρχουν ταυτόχρονα αφηγήσεις και διάλογοι. Κάθε επεισόδιο ξεκινά με την τεχνική του voice over, όπου στα πρώτα 3-4 λεπτά ακούγεται η φωνή της Ερατώς. Στο σημείο αυτό, κατά την έναρξη των επεισοδίων, η Ερατώ ανιστορεί μέρος της ζωής της που σχετίζεται με το προηγούμενο και τρέχον επεισόδιο, κάνοντας έτσι μία σύντομη επανάληψη για τα όσα έχουν προβληθεί και ανοίγοντας το νέο επεισόδιο μέσα από προοικονομίες.

Η εστίαση της ιστορίας είναι εσωτερική από ενδοδιηγητικό αφηγητή που μετέχει στην ιστορία και είναι μέρος αυτής, δηλαδή από την Ερατώ. Η συμμετοχή της Ερατώς στην αφήγηση δεν αφορά αποκλειστικά την τεχνική του voice over, που δίνει στο θεατή την αίσθηση ότι παρακολουθεί την ιστορία μέσα από την οπτική της αφηγήτριας. Αφορά επίσης την εισαγωγή πλάνων και τηλεοπτικών τεχνικών, όπως αυτών των οραμάτων της Ερατώς, που την καθιστούν κεντρικό πρόσωπο τόσο της ιστορίας όσο και της αφήγησης. Τα οράματα, που παρουσιάζονται σε γαλάζιο φόντο με μακρινά πλάνα της μητέρας της και μία αισθητική αρκετά που ατμοσφαιρική (με καπνούς, σχεδόν θολή εικόνα), δίνουν στο έργο την μονοδιάστατη οπτική της πρωταγωνίστριας και αφηγήτριας. Παρακολουθούμε, δηλαδή, τη ζωή και τις σκέψεις της Ερατώς.

Τα πλάνα της σειράς είναι κυρίως ολόσωμα και κοντινά στα πρόσωπα της ιστορίας. Χρησιμοποιείται διαρκώς η τεχνική ενός αργού zoom-in, κατά την οποία ο φακός εστιάζει στα πρόσωπα. Ο φακός βρίσκεται είτε στο ύψος των προσώπων είτε χαμηλότερα και κάνει κοντινά πλάνα και gros plan, εστιάζοντας στα συναισθήματα. Τέλος, υπάρχει δραματική μουσική που επενδύει τις εικόνες, δίνοντας μια περισσότερο μελοδραματική χροιά στην εικόνα.


3. ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗΣ ΣΕΙΡΑΣ

Οι διαφορές που εντοπίζονται μεταξύ των δύο κειμένων, δεν αφορούν αποκλειστικά το ύφος και τις αφηγηματικές τεχνικές, όπως αυτές παρουσιάστηκαν αναλυτικά παραπάνω. Το λογοτέχνημα έχει εξωτερικό αφηγητή με μηδενική εστίαση, ο οποίος αφηγητής είναι ο ίδιος ο συγγραφέας, ενώ στο διασκευασμένο τηλεοπτικό κείμενο υπάρχει εσωτερική εστίαση μέσα από την οπτική της πρωταγωνίστριας Ερατώς. Εν τούτοις, στη μεταγραφή του κειμένου τηλεοπτικά υπάρχουν στοιχεία που έχουν προστεθεί, αφαιρεθεί ή διαφοροποιηθεί σε σχέση με το αρχικό κείμενο.


Υπάρχουν πέντε σημεία-κλειδιά στο αρχικό κείμενο τα οποία αποτελούν τον άξονα τόσο του έργου εν γένει όσο και της τηλεοπτικής αφήγησης. Αυτά είναι:

  1. Η υστερότοκη κόρη της οικογένειας των Φτενούδων, Ερατώ, συνάπτει σχέση εκτός γάμου και εκτός σειράς σε σχέση με τα αδέρφια της, διαπράττει ύβρι (μία πράξη που δικαιολογεί τα εγκλήματα τιμής στην καρδιά του 20ου αιώνα) και κατηγορείται ως «πόρνη» από την αδερφή της, Ασπασία.
  2. Η Ερατώ, μετά από χρόνια εγκλεισμού και περιθωριοποίησης από την Ασπασία, όταν αντιλαμβάνεται πως ο Τονίνο ήρθε να τη ζητήσει σε γάμο και εκδιώχθηκε, εγκαταλείπει το πατρικό της.
  3. Ο βιασμός και η βάναυση κακοποίηση της Ερατώς από τον Τάγαρη (δικηγόρος της μονής με τον οποίον παντρεύτηκαν) σκληραίνουν την Ερατώ.
  4. Η συνάντηση Αμαλίας με Τονίνο, όπου μαθαίνει ποιοι είναι οι βιολογικοί της γονείς.
  5. Η αυτοκτονία της Ερατώς στο μέρος που γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Τονίνο.

Ο σκηνοθέτης δεν αλλάζει σημαντικά τα γεγονότα που διαδραματίζονται στην ιστορία και οι άξονες αυτοί παραμένουν ως έχουν τόσο στο λογοτέχνημα όσο και στην τηλεοπτική απόδοσή του.

Ωστόσο υπάρχουν ορισμένες διαφορές, όπως παρατίθενται στη συνέχεια. Στη σειρά (επεισόδιο 3), ο πατέρας παρουσιάζεται άρρωστος αλλά πεθαίνει από το σοκ μόλις βλέπει την εγκυμονούσα Ερατώ ενώ στο βιβλίο είχε πεθάνει στο κρεβάτι, από φυματίωση, και χωρίς να γνωρίζει ότι η κόρη του έχει διαπράξει μία τόσο σημαντική ύβρι για το όνομα και την τιμή της οικογένειας. Στη συνέχεια, (επεισόδιο 4) υπάρχει μία σκηνή με την Ερατώ να χορεύει παράφορα και ξεδιάντροπα (στα μάτια της Ασπασίας), προκαλώντας αμηχανία στην οικογένεια, ενώ αυτή η σκηνή δεν υπάρχει στο βιβλίο. Ο σκηνοθέτης κάνει γενικά πλάνα (για να καταγράψει τη στάση των παρευρισκομένων στο γλέντι), ολόσωμα πλάνα της Ερατώς που χορεύει έναν χορό ο οποίος ενσαρκώνει τον πόνο, τον θρήνο της χαμένης αγάπης και την απώλεια της μητρότητας που της στερήθηκε, αλλά και gros plan στα πρόσωπα των γυναικών της οικογένειας, εστιάζοντας στα συναισθήματα ντροπής και αποδοκιμασίας, αλλά και στο πρόσωπο της Ερατώς, εστιάζοντας την πένθιμη έκσταση που βρίσκεται.

Έπειτα, για τηλεοπτικούς λόγους που αφορούν στο τί επιτρέπεται να προβληθεί, δεν απεικονίζεται όλο το εύρος της κόλασης που βίωνε η Ερατώ στο πατρικό και το συζυγικό της σπίτι. Ένα σημαντικό σημείο διαφοράς, όμως, αφορά τη σχέση της Ερατώς με την αδερφή του Τάγαρη, του δικηγόρου με τον οποίο η Ερατώ έχει συνάψει γάμο. Η αδερφή του Τάγαρη που κρατά την Ερατώ μέχρι να βγει το διαζύγιο παρουσιάζεται πιο ενεργά απ’ ότι στο βιβλίο και αφιερώνεται πολύς τηλεοπτικός χρόνος σε αυτό: στο βιβλίο υπάρχει μόνο μία αναφορά όμως η σειρά δίνει μεγάλη έμφαση στην περίοδο εκείνη και τις συνθήκες που επικρατούσαν. Επίσης, ο Τάγαρης αυτοκτονεί μετά την απόρριψη της Ερατώς ενώ στο βιβλίο δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο.

Τέλος,  στη σειρά, η Αμαλία με τον άνδρα της Επαμεινώνδα γνωρίζουν τον Τάγαρη (κάτι που προβάλλεται ως τραγική ειρωνεία) ενώ στο βιβλίο αυτό δεν αναφέρεται. Επίσης, Ο μεγαλύτερος αδερφός της οικογένειας, ο Κωνσταντίνος δεν υπάρχει στην τηλεοπτική σειρά, και ως εκ τούτου δεν έρχεται ποτέ σε επαφή με την Αμαλία. Η σειρά κλείνει με το θάνατο της Ερατώς, όπου τη βρίσκουν ο Τονίνο με την Πηνελόπη, ενώ στο βιβλίο ο Τονίνο δεν επισκέπτεται δεύτερη φορά το χωριό (Νεοχώρι).

3.1. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ


Στη σειρά χρησιμοποιείται διαρκώς η τεχνική του zoom in στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών. Μέσα από αυτά τα πλάνα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη συναισθηματική κατάσταση των χαρακτήρων τη στιγμή που το βιβλίο μιλάει περισσότερο με άξονα τις πράξεις τους. Μέσα από αυτή την τεχνική ο σκηνοθέτης ίσως έχει επιλέξει να εξανθρωπίσει ακόμα και τους πιο βάναυσους χαρακτήρες.

Ο θάνατος της Ερατώς δεν εξηγείται επαρκώς ούτε στο βιβλίο ούτε στη σειρά. Συγκεκριμένα δεν γίνεται αναφορά στη μεταστροφή της από οργισμένη σε αυτόχειρα. Στην τηλεοπτική σειρά θα μπορούσε η αυτοχειρία αυτή να λειτουργήσει ως μία ύστατη πράξη χειραφέτησης, αφού η Ερατώ έδειξε να αναλαμβάνει τον έλεγχο της ζωής της και κατ’ αντιστοιχία ίσως επιθυμούσε να ορίσει η ίδια και το τέλος της.

Τέλος, μέσα από τη σκηνή με την αδελφή του Τάγαρη που συνομιλεί με την Ερατώ, τη λυπάται και τη βοηθά να διαφύγει, βλέπουμε ότι στο διασκευασμένο σενάριο δίνεται έμφαση στη γυναικεία αλληλεγγύη. Η εγκαρδιότητα και αλληλουποστήριξη μεταξύ των γυναικών τονίζει τη χειραφέτησή τους. Επί της ουσίας, αυτό λειτουργεί με έναν τρόπο που εμπλούτίζει το φεμινιστικό πρόταγμα του αρχικού κειμένου.

4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ


Μέσα από την προσέγγιση του σκηνοθέτη και των σεναριογράφων για τη μεταγραφή του τηλεοπτικού κειμένου, διαφαίνεται μία προσπάθεια να κρατηθεί μία ίση απόσταση από τους γυναικείους και ανδρικούς χαρακτήρες. Ο σκηνοθέτης, όπως και η συγγραφέας του κειμένου, δίνει έμφαση στη γυναικεία αλληλεγγύη, παρουσιάζει τον εσωτερικευμένο μισογυνισμό μέσα από την Ασπασία αλλά παράλληλα εξανθρωπίζει τους ανδρικούς ρόλους. Η Λ. Ζωγράφου, στο βιβλίο της, παρουσιάζει τους άνδρες είτε ως κακοποιητές είτε ως ανόητους και μέσα από την προσέγγιση του σκηνοθέτη βλέπουμε ότι στη σειρά οι άνδρες λαμβάνουν μία περισσότερο ανθρώπινη υπόσταση.

Μέσα από τη διασκευή παρακολουθούμε ένα κείμενο που δίνει έμφαση στην πράξη, και άρα στο πολιτικό (το λογοτέχνημα δηλαδή), να μετατρέπεται σε ένα προϊόν καλλιτεχνικό, με έμφαση στο συναίσθημα. Ο σκηνοθέτης αλλάζει τη χρονική σειρά των γεγονότων που περιγράφονται για να αποδώσει περισσότερο νόημα ή να προσδώσει μεγαλύτερη συνοχή στο έργο σε σχέση με την αρχική του μορφή. Μέσα σε αυτό το πνεύμα, αλλάζει και το τέλος του έργου, με τρόπο που να δικαιολογεί την απόφαση της ηρωίδας να θέσει τέλος στη ζωή της σε αντίστιξη με το βιβλίο που το αφήνει κάπως μετέωρο.

Εν κατακλείδι, ο Κ. Κουτσομύτης φαίνεται να έχει σεβαστεί το αρχικό κείμενο, προβάλλοντας τα φεμινιστικά του προτάγματα. Ωστόσο προσδίδει μεγαλύτερη συνοχή και καλλιτεχνική αξία σε αυτό. Θα λέγαμε πως η προσέγγισή του εμπλουτίζει το έργο καλλιτεχνικά.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Αγάθος, Θ. (2020). Τηλεοπτικές διασκευές λογοτεχνικών έργων με την υπογραφή του Κώστα Κουτσομύτη. Σύγκριση, 29, 97-118.

Αρσενίου, Ε. (2012). Πρακτική εισαγωγή στη μελέτη της Νεοελληνικής Λοτοτεχνίας. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Ζωγράφου, Λ. (1994). Η αγάπη άργησε μία μέρα. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Τζιόβας, Δ. (2017). Η πολιτισμική ποιητική της ελληνικής πεζογραφίας. Από την ερμηνεία στην ηθική. Αθήνα: ΠΕΚ.

Travers, M. (2005). Εισαγωγή στη νεότερη ευρωπαική λογοτεχνία, από το ρομαντισμό έως το μεταμοντέρνο. Επιμ. Καγιάλης Τάκης, Αθήνα: Βιβλιόραμα.

Πηγές από το διαδίκτυο:

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%B9%CE%BB%CE%AE_%CE%96%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%BF%CF%85 (2/4/2021)

https://program.ert.gr/details.asp?pid=3591346&chid=11 (2/4/2021)

http://lexifilia.blogspot.com/2012/07/blog-post_284.html (2/4/2021)

Οπτικοακουστικά μέσα:

Κουτσομύτης, Κ. (Σκηνοθέτης). (1997) Η αγάπη άργησε μία μέρα [Τηλεοπτική σειρά]. Ελλάδα: ΕΡΤ.


[1] Πληροφορίες για τα βιογραφικά στοιχεία της συγγραφέως αντλήθηκαν από τη Βικιπαίδεια

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%B9%CE%BB%CE%AE_%CE%96%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%BF%CF%85 (2/4/2021)