Criticism

Κείμενα και Κριτική

Οι ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα

Οι ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα

Λογοτεχνία και ΜΜΕ October 23, 2021

Η τηλεοπτική μεταφορά δύο μυθιστορημάτων του Γιάννη Μαρή με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Μπέκα


του Αναστάσιου Φαραού


Εισαγωγή


Στην παρούσα εργασία πρόκειται να αναλυθούν δύο μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Μπέκα. Οι συγκεκριμένες ιστορίες, όπως και αρκετές ακόμα με αυτόν τον πρωταγωνιστή, μεταφέρθηκαν στην τηλεόραση με την μορφή σειράς με τίτλο «Οι ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα». Προσωπικά, ασχολήθηκα με τα βιβλία «Ιδιωτική Υπόθεση» και «Αυστηρώς Προσωπικόν», που αντιστοιχούν στα επεισόδια 1 και 2 για το πρώτο βιβλίο και αντίστοιχα 3 και 4 για το δεύτερο. Έχουν διατηρήσει μάλιστα την ίδια ονομασία ως τίτλο επεισοδίου.


Ο λόγος για τον οποίο επέλεξα τα συγκεκριμένα μυθιστορήματα, αφορά περισσότερο στο γεγονός πως είμαι λάτρης των αστυνομικών υποθέσεων. Έτσι, θεώρησα μία πολύ καλή ευκαιρία να γνωρίσω τα έργα του Γιάννη Μαρή και τον κόσμο του αστυνόμου Μπέκα. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την εκπόνηση της παρούσας εργασίας ήταν αρχικά, η ανάγνωση και των δύο βιβλίων με την παρατήρηση και την σημείωση των αφηγηματικών τους τεχνικών και έπειτα, η παρακολούθηση των αντίστοιχων επεισοδίων της τηλεοπτικής σειράς, παρατηρώντας τις κινηματογραφικές τεχνικές που ακολουθήθηκαν. Ταυτόχρονα, σημειώνονταν οι διαφορές που εντοπίστηκαν ανάμεσα στο λογοτεχνικό κείμενο και την σειρά.


Στην συνέχεια της εργασίας, θα παρουσιαστούν σε πρώτο στάδιο μερικές πληροφορίες για τον συγγραφέα Γιάννη Μαρή, ενώ έπειτα θα ακολουθήσει η υπόθεση των δύο βιβλίων, μαζί με ορισμένες πληροφορίες σχετικά με αυτά. Εν συνεχεία, θα γίνει αναφορά στην τηλεοπτική σειρά και σε κάποια στοιχεία για αυτήν, αλλά και πιο συγκεκριμένα για τα τέσσερα επεισόδια που μας ενδιαφέρουν. Έπειτα, θα αναλυθούν οι αφηγηματικές και κινηματογραφικές τεχνικές που εντοπίστηκαν στα έργα, θα ακολουθήσει μία σύγκριση μεταξύ βιβλίου και σειράς με τις ομοιότητες και τις διαφορές τους και τέλος, κάποια συμπεράσματα που εξάγονται.


Ο Συγγραφέας


Ο Γιάννης Μαρής, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Ιωάννης Τσιριμώκος, γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1916 στην Σκόπελο και πέθανε στις 13 Νοεμβρίου του 1979, ύστερα από την μεγάλη μάχη που έδωσε με τον καρκίνο του εγκεφάλου. Καταγόταν από γνωστή πολιτική οικογένεια της Φθιώτιδας, γι’ αυτό επέλεξε να χρησιμοποιήσει ψευδώνυμο στην επαγγελματική του καριέρα, ώστε να μην συνδέεται αυτόματα με αυτή την πλευρά του.


Μεταξύ άλλων αποτελούσε δημοσιογράφος, συγγραφέας, αλλά και σεναριογράφος και κριτικός κινηματογράφου. Το συγγραφικό του έργο ξεκίνησε το 1953, όταν στο περιοδικό «Οικογένεια» άρχισε να δημοσιεύει σε συνέχειες το μυθιστόρημα «Έγκλημα στο Κολωνάκι» με κεντρικό ήρωα τον αστυνόμο Μπέκα. Θεωρείται ως ο πατέρας του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα. Μερικά από τα γνωστότερα έργα του αποτελούν τα «Έγκλημα στα παρασκήνια», «Το μυστικό του άσπρου βράχου», «Χωρίς ταυτότητα», «Μωρό μου», «Το χαμόγελο της Πυθίας», «Ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο», «Υποψίες», «Έγκλημα στη Μύκονο», «Περιπέτεια στο Άγιο Όρος» και πάρα πολλά ακόμα.


Δημοσίευσε συνολικά πάνω από 120 μυθιστορήματα σε εφημερίδες και περιοδικά, που ανήκαν σε διάφορα είδη, όπως φυσικά τα αστυνομικά, τα αισθηματικά και τα ιστορικά. Πολλά από αυτά, κυκλοφόρησαν αργότερα και ως κανονικά βιβλία, ενώ αξίζει να πούμε ότι πολλά από τα έργα του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Τα μυθιστορήματα του, κατά κύριο λόγο, λαμβάνουν χώρα σε κοσμοπολίτικα μέρη και έχουν ως κεντρικούς πρωταγωνιστές πρόσωπα της ανώτερης κοινωνικής τάξης, όπως για παράδειγμα εφοπλιστές, βιομήχανους και καλλιτέχνες. Χρησιμοποιεί την αστυνομική πλοκή και το μυστήριο, κυρίως, για να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ωστόσο στην πραγματικότητα το ενδιαφέρον του αφορά περισσότερο στην δημιουργία ατμόσφαιρας και στην ανάπτυξη των ανθρώπινων σχέσεων.


Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, πολλά έργα του έγιναν ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Η αρχή έγινε το 1958, όταν μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το μυθιστόρημά του «Ο άνθρωπος του τρένου». Η συγκεκριμένη ταινία θεωρείται και η πρώτη, που εντάσσεται στο αστυνομικό είδος, που προβλήθηκε στους ελληνικούς κινηματογράφους. Πρωταγωνιστές της ήταν ο Γιώργος Παππάς, η Άννα Συνοδινού και ο Μιχάλης Νικολινάκος, σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου.


Ας εστιάσουμε, τέλος, λίγο περισσότερο στον ήρωα που χρησιμοποιεί πιο συχνά ο Μαρής, τον αστυνόμο Μπέκα. Ο Γιώργος Μπέκας, λοιπόν, βασίστηκε σε έναν άλλο χαρακτήρα, τον επιθεωρητή Μαιγκρέ του Ζορζ Σιμενόν. Εμφανίζεται, σχεδόν, στα μισά από τα μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή και όπως και ο Μαιγκρέ, πρόκειται για έναν οικογενειάρχη και αρκετά συνηθισμένο τύπο, ο οποίος κάλλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως παραδοσιακός αναφορικά με τις αντιλήψεις του, στα όρια του οπισθοδρομικού. Ο συγγραφέας επιθυμώντας να μην παραπέμπει ο πρωταγωνιστής του στην αστυνομία της εποχής, σε πολλές περιπτώσεις τον εντάσσει στην ιστορία του ως συνταξιούχο. Ο Μπέκας, όπως τονίζεται πολλές φορές μέσα στα βιβλία, δεν ενδιαφέρεται απλώς για την επίλυση της εκάστοτε υπόθεσης, ακολουθώντας τα υπάρχοντα στοιχεία. Αντίθετα, έχει μία δική του μέθοδο και προτιμά να διεισδύει στην ψυχολογία των προσώπων που έρχεται αντιμέτωπος κάθε φορά. Επιδιώκει να μιλά μαζί τους, να τους κάνει να νιώθουν άνετα και να παρακολουθεί τις πράξεις τους για να τους κατανοήσει. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, βασίζεται περισσότερο στο ένστικτό του, παρά στα στοιχεία που έρχονται στο φως, τα οποία ίσως είναι παραπλανητικά. Και η μέθοδος αυτή οδηγεί τον ήρωα του Μαρή στην επιτυχία, σχεδόν με μαθηματική ακρίβεια.


Τα Μυθιστορήματα


Ιδιωτική Υπόθεση


Αναφορικά με την υπόθεση του πρώτου βιβλίου με το οποίο ασχολήθηκα, την «Ιδιωτική Υπόθεση», η ιστορία μας ξεκινάει με την Τζένη Δενδρινού να απευθύνεται στον συνταξιούχο Μπέκα για να την βοηθήσει. Έχει ανακαλύψει πως ο σύζυγός της, Άγγελος Δενδρινός, διατηρεί παράλληλη σχέση με μία νεαρή ηθοποιό, την Μαρίνα Ροδινού. Η Δενδρινού, όντας πρόσωπο με αρκετά μεγάλη περιουσία, φοβάται πως οι δυο τους θα συνωμοτήσουν εναντίον της για να την δολοφονήσουν και να πάρουν την περιουσία της, καθώς σε περίπτωση θανάτου της, μοναδικός κληρονόμος ήταν ο σύζυγός της. Πιο συγκεκριμένα, τις φοβίες της αυτές τις επιβεβαίωσε ένα τηλεφώνημα που άκουσε τυχαία ανάμεσα στον Δενδρινό και την Ροδινού, όπου φάνηκε να σχεδιάζουν την δολοφονία της. Ο Μπέκας, αν και δεν πείθεται ιδιαίτερα από την ιστορία που του είπε η Δενδρινού, θεωρώντας την, μάλιστα, ως παράφρονα, δέχεται να την βοηθήσει, κυρίως λόγω της μεγάλης χρηματικής αμοιβής που του προσφέρει. Χρήματα που έχει ανάγκη ο Μπέκας, όχι επειδή είναι φιλάργυρος, αλλά με σκοπό να αγοράσει ένα σπίτι για την κόρη του που παντρεύεται. Να σημειωθεί ότι σε αρκετά σημεία, ο Μπέκας απευθύνεται στον φίλο του και δημοσιογράφο Μακρή, ο οποίος θεωρείται ως η ενσωμάτωση του ίδιου του Μαρή μέσα στις ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα, για να τον βοηθήσει στην επίλυση της υπόθεσης.


Σχετικά τώρα με κάποιες πληροφορίες για την κυκλοφορία του συγκεκριμένου βιβλίου, η διάθεσή του ξεκίνησε το 1964. Όπως και τα περισσότερα από τα μυθιστορήματα του Μαρή, και αυτό δημοσιεύτηκε σε συνέχειες σε εφημερίδα, συγκεκριμένα στην εφημερίδα «Απογευματινή». Ο αρχικός τίτλος που του είχε αποδοθεί ήταν το «Σήμα Κινδύνου». Το βιβλίο, πλέον, εκδίδεται από τις εκδόσεις «Ατλαντίς», όπως και η πλειονότητα των μυθιστορημάτων του Μαρή.


Αυστηρώς Προσωπικόν

Περνώντας τώρα στο δεύτερο βιβλίο με το οποίο θα ασχοληθούμε, η υπόθεση του «Αυστηρώς Προσωπικόν» ξεκινά όταν πέντε άνθρωποι, εντελώς διαφορετικοί και άγνωστοι μεταξύ τους, ανήκοντας μάλιστα σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, λαμβάνουν το ίδιο γράμμα από έναν άγνωστο αποστολέα. Αυτό έχει πάνω του την ένδειξη «Αυστηρώς Προσωπικόν» και το περιεχόμενο του είναι ιδιαίτερα περίεργο και αινιγματικό. Ζητά από τους παραλήπτες να παραβρεθούν σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, ώστε να παραλάβουν δέκα εκατομμύρια δραχμές που, όπως αναφέρει το γράμμα, τους ανήκουν. Το μυστήριο συμπληρώνεται από ένα υστερόγραφο, το οποίο αναφέρει «θυμηθείτε τον μικρό». Τα πέντε πρόσωπα πηγαίνουν, λοιπόν, εκεί που τους ζητείται, ωστόσο δεν βρίσκουν κανέναν να τους περιμένει, παρά μόνο ένα πτώμα. Αυτός ήταν ο Άνθιμος Παπάζογλου, πρώην εφοπλιστής και πάρα πολύ πλούσιος, θείος του νεαρού Δημήτρη Παπάζογλου, που είναι και ο μοναδικός του κληρονόμος. Κάπου εδώ, εισάγεται στην ιστορία ο αστυνόμος Μπέκας, ο οποίος αναλαμβάνει να εξιχνιάσει τόσο την υπόθεση της δολοφονίας του πρώην εφοπλιστή, όσο και το μυστήριο των γραμμάτων, καθώς όπως φαίνεται είναι δύο υποθέσεις που συνδέονται μεταξύ τους.


Όσον αφορά την κυκλοφορία του μυθιστορήματος, αυτή πραγματοποιήθηκε έναν χρόνο μετά το προηγούμενο που αναφέρθηκε, το 1965, με τον ίδιο τρόπο. Δημοσιεύθηκε, δηλαδή, και πάλι σε συνέχεις σε εφημερίδα, τούτη τη φορά, όμως, στην εφημερίδα «Ακρόπολις». Σήμερα, το βιβλίο με την συγκεκριμένη ιστορία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ατλαντίς».


Η επιρροή στην ελληνική λογοτεχνία


Η εμφάνιση του είδους της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα είχε ξεκινήσει ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Τότε, ωστόσο, επρόκειτο κυρίως για ιστορίες που είχαν μεταφραστεί και εισάγονταν από την Γαλλία και την Αγγλία. Καθώς υπήρχε αρκετά μεγάλη ζήτηση για τα συγκεκριμένα αναγνώσματα, Έλληνες συγγραφείς άρχισαν να δημιουργούν ιστορίες με ξένους ήρωες, τους οποίους δανείζονταν από τα περιοδικά του εξωτερικού (όπως για παράδειγμα από το BlackMask). Παρατηρήθηκαν και κάποιες άλλες προσπάθειες Ελλήνων συγγραφέων για αστυνομικά μυθιστορήματα, ποτέ, βέβαια, κάτι που να είχε διάρκεια.  Έτσι, λοιπόν, δεν είναι δυνατό να εντοπιστούν εκείνη την περίοδο καθαρά αστυνομικά διηγήματα που να μπορούν να ενταχθούν στην εγχώρια ελληνική λογοτεχνία. Το μοναδικό που πλησίαζε ήταν «Το έγκλημα του Ψυχικού» του Παύλου Νιρβάνα, το οποίο είχε αστυνομική πλοκή, αλλά αποτελούσε κατά κύριο λόγο μία παρωδία του είδους.


Τον παράγοντα αυτόν, ήρθε να αλλάξει το καλοκαίρι του 1953 ο Γιάννης Μαρής με το μυθιστόρημά του «Έγκλημα στο Κολωνάκι». Εδώ εντοπίζεται η εκκίνηση της σύγχρονης ιστορίας της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας. Αυτό που τον κάνει να ξεχωρίσει από όλες τις προηγούμενες προσπάθειες που έγιναν στην Ελλάδα ήταν το γεγονός πως δημιούργησε έναν συγκεκριμένο ήρωα, με τα χαρακτηριστικά ενός Έλληνα, ο οποίος ζει και αντιμετωπίζει υποθέσεις που λαμβάνουν χώρα σε ένα καθαρά αστικό περιβάλλον. Ο λόγος, φυσικά, για τον αστυνόμο Γεώργιο Μπέκα, που λύνει τις υποθέσεις του κατανοώντας την ψυχοσύνθεση των προσώπων που αντιμετωπίζει. Εκδίδοντας, λοιπόν, πλήθος ιστοριών με τον συγκεκριμένο χαρακτήρα φέρνει στην επιφάνεια την ελληνική όψη των αστυνομικών μυθιστορημάτων και θεωρείται ο πατέρας του είδους στην Ελλάδα.


Τα μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, εστιάζουν στην ανάλυση και την αλληλεπίδραση των ανθρώπινων σχέσεων, παρά στο έγκλημα αυτό καθαυτό. Έτσι, από την πλοκή τους παρατηρείται η απουσία των πολιτικών εγκλημάτων, των δολοφόνων κατ’ εξακολούθηση, της δικαστικής πλάνης και των σεξουαλικών διαστροφών. Στοιχεία που συναντώνται αρκετές φορές στην σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία, αλλά δεν είχαν κάνει την εμφάνισή τους ακόμα την εποχή εκείνη. Ενώ ακόμη, αξίζει να σημειωθεί ότι, σχεδόν αποκλειστικά, η εξέλιξη των ιστοριών παρουσιάζεται από την οπτική γωνία του αστυνόμου Μπέκα.


Η σπουδαία επίδραση που είχε στον χώρο της λογοτεχνίας ο Γιάννης Μαρής και η απήχηση των ιστοριών του στον κόσμο έγινε φανερή ήδη από την πρώτη του προσπάθεια με το «Έγκλημα στο Κολωνάκι». Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα ξεκίνησε να δημοσιεύεται σε συνέχειες στο περιοδικό «Οικογένεια» το 1953, ωστόσο όταν αυτό ανέστειλε την έκδοσή του τον Δεκέμβριο του 1953, αναπόφευκτα σταμάτησε να εκδίδεται και το μυθιστόρημα. Τότε, όμως, οι αναγνώστες άρχισαν να στέλνουν γράμματα στην σύνταξη του περιοδικού επιθυμώντας να μάθουν ποιος ήταν τελικά ο δολοφόνος. Έτσι, κατανοώντας την επιτυχία που είχε το μυθιστόρημά του, ο Μαρής πήρε την απόφαση να δώσει την ευκαιρία στο κοινό του να ανακαλύψει την αλήθεια, εκδίδοντας ολόκληρη την ιστορία σε βιβλίο.


Η Τηλεοπτική Σειρά


Γενικές πληροφορίες


Ο κεντρικός ήρωας του Γιάννη Μαρή δεν έμεινε αποκλειστικά στα βιβλία, αλλά αρκετά χρόνια μετά τον θάνατο του συγγραφέα μεταφέρθηκε και στο τηλεοπτικό τοπίο, με την σειρά «Οι ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα». Προβλήθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό «Alpha» κατά την περίοδο 2006 έως και το 2008, αποτελούμενη από δύο κύκλους, προβάλλοντας συνολικά 58 επεισόδια. Οι ιστορίες που παρουσιάζονται είναι αυτοτελείς, κάθε μία από τις οποίες ολοκληρώνεται μέσα σε δύο επεισόδια. Δεν βασίζονται όλες σε μυθιστορήματα του Μαρή, καθώς η αλήθεια είναι πως περιλαμβάνονται και ορισμένες καινούργιες υποθέσεις. Ωστόσο, ο αριθμός των βιβλίων του συγγραφέα που δραματοποιούνται φτάνει περίπου τα 16. Όπως είναι λογικό, οι ιστορίες των βιβλίων είναι προσαρμοσμένες στην σύγχρονη εποχή.


Η σειρά δημιουργήθηκε από την Στέλλα Βασιλαντωνάκη, η οποία βρισκόταν άλλωστε και στην θέση της σεναριογράφου. Η σκηνοθετική επιμέλεια της σειράς βρισκόταν στα χέρια του Γρηγόρη Καραντινάκη, ενώ από τον ρόλο του σκηνοθέτη των επεισοδίων της σειράς, γενικότερα, πέρασαν αρκετά πρόσωπα, όπως για παράδειγμα οι Νίκος Κρητικός, Ελισάβετ Χρονοπούλου, Νίκος Γραμματικός και άλλοι. Στον κεντρικό πρωταγωνιστικό ρόλο του αστυνόμου Γεώργιου Μπέκα, ήταν ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης. Στην σειρά υπήρχαν ακόμα δύο βασικά κεντρικά πρόσωπα, τα οποία πλαισίωναν τον Μπέκα ως βοηθοί του. Πρόκειται για τον Πέτρο, που υποδυόταν ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, και την Αγγελική, την οποία ενσάρκωσε η Πηνελόπη Αναστασοπούλου. Στον δεύτερο κύκλο της σειράς, ο χαρακτήρας της Αγγελικής αντικαθίσταται από την Ελένη, ρόλο που κατέχει η Λίλη Τσεσματζόγλου.


Η σειρά, όπως αναφέρθηκε, αποτελείται από αυτοτελείς ιστορίες. Για τον λόγο αυτό, κάθε φορά εμφανίζονται και διαφορετικοί χαρακτήρες που συμπληρώνουν το παζλ των ηθοποιών του εκάστοτε επεισοδίου. Εμφανίζονται, λοιπόν, αρκετοί γνωστοί ηθοποιοί, που προέρχονται τόσο από τον χώρο της τηλεόρασης, όσο και από τον αντίστοιχο του θεάτρου. Μερικά μόνο από αυτά τα ονόματα αποτελούν οι Αλέξης Γεωργούλης, Φαίη Ξυλά, Ελισάβετ Μουτάφη, Κώστας Αποστολίδης και πολλοί ακόμα.


«Ιδιωτική Υπόθεση»


Το πρώτο και το δεύτερο επεισόδιο της σειράς, με τον τίτλο «Ιδιωτική Υπόθεση», είναι βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Γιάννη Μαρή. Προβλήθηκαν από τον «Alpha» στις 5 και στις 12 Οκτωβρίου του 2006 αντίστοιχα. Μαζί με τους τρεις βασικούς πρωταγωνιστές (Μιχαηλίδης, Δαδακαρίδης, Αναστασοπούλου), εμφανίζεται η Δάφνη Λαμπρόγιαννη, στον ρόλο της Τζένης Δενδρινού, ο Κώστας Αποστολίδης στο ρόλο του Άγγελου Δενδρινού, η Φαίη Ξυλά στον χαρακτήρα της Μαρίνας Ροδινού και ο Γιώργος Μιχαλάκης στο ρόλο του δημοσιογράφου Μακρή.


«Αυστηρώς Προσωπικό»


Στη συνέχεια της σειράς, παρουσιάζεται η υπόθεση του βιβλίου «Αυστηρώς Προσωπικόν», στα επεισόδια 3 και 4, διατηρώντας για ακόμα μία φορά τον τίτλο του βιβλίο του Μαρή. Τα συγκεκριμένα επεισόδια προβλήθηκαν στις 19 και 26 Οκτωβρίου αντίστοιχα. Παραμένουν, φυσικά, οι τρεις κεντρικοί πρωταγωνιστές, αλλά αυτή τη φορά συμπληρώνονται από μεγαλύτερο αριθμό ηθοποιών. Έτσι, αρχικά, εμφανίζονται οι πέντε παραλήπτες του μυστηριώδους γράμματος, δηλαδή οι Ανδρεάδης, Λαμπίρη, Βυθούλκας, Χαμάρετος και Μαριδόγλου, τους οποίους υποδύονται οι Στέργιος Νένες, Μέλπω Κωστή, Λευτέρης Λουκαδής, Χρήστος Σαπουτζής και Βύρων Σεραϊδάρης αντίστοιχα. Έπειτα, έχουμε την εμφάνιση του Μάνου Γαβρά, στον χαρακτήρα του Αντώνη Ιγγλέση, γείτονας της Λαμπίρη, αλλά και φίλος ενός προσώπου που εμφανίζεται λίγο αργότερα και θα απασχολήσει αρκετά τον Μπέκα. Πρόκειται για τον Δημήτρη Παπάζογλου, ανιψιό και μοναδικό κληρονόμο του νεκρού πρώην εφοπλιστή Παπάζογλου, πρόσωπο που ενσαρκώνει ο Αλέξης Γεωργούλης.


Ο Κεντρικός Πρωταγωνιστής


Ο αστυνόμος Μπέκας, που μόνο σε αστυνομικό δεν παραπέμπει η εμφάνισή του, όπως αναφέρει πολλές φορές στα βιβλία του ο Γιάννης Μαρής, είναι μία αρκετά ιδιαίτερη προσωπικότητα. Θυμίζοντας περισσότερο δικαστικό επιμελητή, «… είναι άνθρωπος ντόμπρος, τίμιος, αυθόρμητος και λιγάκι πρωτόγονος», όπως τον χαρακτηρίζει ο ίδιος ο δημιουργός του. Το πνευματικό παιδί του Μαρή, όπως θεωρεί τον χαρακτήρα του Μπέκα, δεν θυμίζει σε καμία περίπτωση το πρότυπο ενός «ήρωα» του κινηματογράφου. Αποτελεί, ουσιαστικά, έναν «κανονικό άνθρωπο», οικογενειάρχη, υποδειγματικό πατέρα, μεσήλικα και χωρίς γυμνασμένο σώμα. Ακόμα και οι δραστηριότητές του ως αστυνόμος διαφέρουν σε τεράστιο βαθμό από τις αντίστοιχες των συναδέλφων του. Οι στιγμές που κρατά στα χέρια του πιστόλι είναι ελάχιστες έως μηδαμινές, ενώ ποτέ δεν βασανίζει τους ενόχους των υποθέσεων που αναλαμβάνει. Σκοπός του είναι να εστιάζει στην ψυχοσύνθεση των ατόμων που αντιμετωπίζει, όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα. Προσπαθεί να εισέλθει στο μυαλό τους και να κατανοήσει την σκέψη τους. Φέρεται πάντοτε έξυπνα και ψύχραιμα, διατηρώντας την καθαρή του σκέψη, είναι ήρεμος και φροντίζει να εκμεταλλεύεται στις περισσότερες των περιπτώσεων το παρουσιαστικό του, ώστε να κρύβει πίσω από αυτό την εξυπνάδα που διαθέτει. Η ένταση του χαρακτήρα του φαίνεται πιο πολύ στη σύνθετη σκέψη του και το ευρηματικό του μυαλό, που τον οδηγούν πάντοτε στη λύση των υποθέσεων. Έχει τον «μαγικό» τρόπο, ώστε να κάνει τους αντιπάλους του να του δίνουν τις απαντήσεις που ψάχνει και εμπιστεύεται σε όλες τις περιστάσεις το, μάλλον αλάνθαστο, ένστικτό του.


Μεταφερόμενοι τώρα στην τηλεοπτική εκδοχή του χαρακτήρα του Μπέκα, στην σειρά «Οι ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα», μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα πως παραμένει πιστός στο δημιούργημα του συγγραφέα του. Είναι πάντα σοβαρός, τις περισσότερες φορές στα όρια του θυμωμένου, θυμίζοντας, όπως αναφέρεται σε αρκετά σημεία στο βιβλίο, έναν θυμωμένο γάτο. Είναι ιδιαίτερα έξυπνος και διορατικός και φορά πάντοτε το κουστούμι του, ανεξάρτητα από την εποχή, δείχνοντας με τον τρόπο αυτό τον σεβασμό του προς το επάγγελμα που εξασκεί. Ήδη από τα βιβλία φαίνεται πως σε μερικές περιστάσεις ο Μπέκας είναι λίγο οπισθοδρομικός, κάτι που στην σειρά γίνεται ακόμα εντονότερο. Και αυτό επιτυγχάνεται, καθώς σε αντίθεση με όλο τον υπόλοιπο κόσμο γύρω του που ζει στους ρυθμούς της σύγχρονης κοινωνίας, ο τηλεοπτικός Μπέκας μοιάζει να ζει στην εποχή όπου διαδραματίζονται οι υποθέσεις στα βιβλία. Αυτό, ίσως, επιλέχθηκε από τον σκηνοθέτη ώστε να φανεί ακόμα περισσότερο η διαφορά του Μπέκα με τους χαρακτήρες γύρω του, αλλά και να αναδειχθεί ευκολότερα η ξεχωριστή του προσωπικότητα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που μπορεί να αναφερθεί πάνω στο συγκεκριμένο κομμάτι, είναι η πεισματική άρνηση του αστυνόμου να χρησιμοποιήσει το κλιματιστικό του γραφείο του, παρά το γεγονός πως έχει ανυπόφορη ζέστη στην Αθήνα, προτιμώντας τον παλιό του ανεμιστήρα.


Στην διάρκεια των χρόνων και των πολλών προσπαθειών για την μεταφορά του ήρωα στην μικρή και στην μεγάλη οθόνη, τον χαρακτήρα τον έχει υποδυθεί πλήθος ηθοποιών, πέρα από τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη στις «ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα». Μερικοί από αυτούς είναι ο Σταύρος Ξενίδης στην τηλεοπτική σειρά «Ο θάνατος του Τιμόθεου Κώνστα», ο Χάρρυ Κλυν στην ταινία «Αλαλούμ», καθώς και ο Τίτος Βανδής στην μεταφορά του έργου «Έγκλημα στα παρασκήνια» στον κινηματογράφο.


Αφηγηματικές Τεχνικές


Αφηγητής


Στα δύο βιβλία για τα οποία γίνεται λόγος η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό μία αίσθηση αντικειμενικότητας, αλλά και αποστασιοποίησης του αφηγητή από τα δρώμενα. Στις συγκεκριμένες περιπτώσεις, ο αφηγητής αποτελεί έναν εξωδιηγητικό και ετεροδιηγητικό τύπο αφηγητή, καθώς τοποθετείται έξω από την ιστορία την οποία μας διηγείται και επιπλέον αγνοούμε παντελώς την ταυτότητά του. Τέλος, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχουμε να κάνουμε με έναν αφηγητή-Θεό, παντογνώστη, ο οποίος γνωρίζει περισσότερα πράγματα από τα πρόσωπα της ιστορίας μας, φτάνοντας μέχρι και τις πιο ενδόμυχες σκέψεις τους.


Αφηγηματικοί τρόποι


Αναφορικά με τους αφηγηματικούς τρόπους που χρησιμοποιήθηκαν, σε πρώτο στάδιο έχουμε, φυσικά, την διήγηση, όπου ο αφηγητής μας εξιστορεί τα γεγονότα της ιστορίας μας, περιγράφοντας με δικά του λόγια τις σκέψεις και τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών, αλλά και το τι συμβαίνει. Παρατηρείται, ακόμα, η ύπαρξη του διαλόγου, παρακολουθώντας διάφορες συζητήσεις μεταξύ των προσώπων της ιστορίας μας, ενώ επίσης βλέπουμε και την ύπαρξη της περιγραφής, με τον αφηγητή να αποδίδει μία αρκετά λεπτομερή αναπαράσταση των τόπων και των χαρακτήρων που παρουσιάζονται στο μυθιστόρημα. Επιπλέον, εντοπίζεται και η χρήση του ελεύθερου πλάγιου λόγου, με την πιστή απόδοση των σκέψεων και των συναισθημάτων των προσώπων της ιστορίας από τον αφηγητή σε τρίτο πρόσωπο και σε αρκετές περιπτώσεις σε χρόνο παρελθοντικό.


Χρόνος


Ο χρόνος της αφήγησης των μυθιστορημάτων είναι εσωκειμενικός, ακολουθώντας τα χρονικά όρια όπου εκτυλίσσονται τα γεγονότα που συνιστούν την ιστορία της αφήγησης. Παρακολουθούμε, επομένως, τον πραγματικό χρόνο, δηλαδή την φυσική διαδοχή και χρονική ακολουθία που λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα. Παρά το γεγονός ότι βλέπουμε πως στο μεγαλύτερο μέρος των βιβλίων τηρείται η ευθύγραμμη σειρά των γεγονότων, υπάρχουν και δύο σημεία που συνιστούν αναχρονία. Πιο συγκεκριμένα, στο «Αυστηρώς Προσωπικόν» εντοπίζεται ένα σημείο ανάληψης, με την παρουσίαση της συζήτησης των τριών φίλων στο παρελθόν, που κατέληξε στο μεταξύ τους στοίχημα και στην αποστολή των γραμμάτων στα πέντε άτομα, ενώ στην «Ιδιωτική Υπόθεση» έχουμε ένα σημείο πρόληψης, με την προοικονομία του θανάτου της Τζένης Δενδρινού σε μερικές μέρες. Ακόμα, σε πολλά σημεία εμφανίζεται η επαναληπτική αφήγηση, με την επαναλαμβανόμενη περιγραφή ενός γεγονότος που συνέβη στην ιστορία μία φορά, αλλά με διαφορετικούς τρόπους.


Η αφήγηση στην τηλεοπτική σειρά


Παρατηρώντας τον τρόπο εξέλιξης των επεισοδίων μπορούμε να ισχυριστούμε πως και στην περίπτωση αυτή έχουμε να κάνουμε με έναν παντογνώστη και εξωδιηγητικό αφηγητή. Φυσικά, αυτήν την φορά τον ρόλο διαδραματίζει η ίδια η κάμερα. Γνωρίζει, δηλαδή, περισσότερα και αποκαλύπτει περισσότερα από οποιονδήποτε ήρωα, με την βοήθεια των γενικών ή των πανοραμικών πλάνων. Πρόκειται, λοιπόν, για την μηδενική εστίαση στις κινηματογραφικές κατηγορίες αφήγησης.


Ως προς τις τεχνικές εντοπισμού της φωνής, σε αρκετά σημεία κατά τη διάρκεια των τεσσάρων επεισοδίων, βλέπουμε πλάνα που δείχνουν αυτό ακριβώς που οι χαρακτήρες σκέφτονται ή φαντάζονται. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ανάκριση του Άγγελου Δενδρινού από τον αστυνόμο Μπέκα στην «Ιδιωτική Υπόθεση»[1]. Σε αντίθεση με το βιβλίο, όπου ο Μπέκας πιέζει τον Δενδρινό να θυμηθεί ακριβώς την φράση που του είπε η γυναίκα του στο τηλέφωνο προκειμένου να πειστεί για την αθωότητά του, πράγμα που γίνεται τελικά όταν ο Δενδρινός αναφέρεται στην φράση «όχι νωρίτερα, δεν πρέπει να σε δουν», στην σειρά η σκηνή αυτή παρουσιάζεται λίγο διαφορετικά. Βλέπουμε και πάλι την έντονη προσπάθεια του Δενδρινού να θυμηθεί τα λόγια της γυναίκας του, όταν όμως φτάνουμε στο επίμαχο σημείο της αναφοράς στην φράση-κλειδί, ο σκηνοθέτης επιλέγει να δείξει αυτούσια την σκηνή του τηλεφωνήματος, ως ένα flashback, παρουσιάζοντας την ίδια την Τζένη Δενδρινού να λέει την φράση. Επιτυγχάνει με τον τρόπο αυτό, να κάνει ακόμα πιο έντονη και πειστική την συγκεκριμένη σκηνή.


Παραμένοντας στην συγκεκριμένη σκηνή, θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να σταθούμε σε μερικά χαρακτηριστικά της που δείχνουν την σπουδαιότητά της για την επίλυση της υπόθεσης. Το άγχος του Μπέκα, όταν ανακρίνει τον Δενδρινό, για να αποδειχθούν σωστές οι πεποιθήσεις του για την υπόθεση, φαίνεται στο βιβλίο μέσα από αρκετές φράσεις, όπως «ασυναίσθητα ο Μπέκας έσφιξε τα χέρια του πάνω στο τραπέζι, «ο Μπέκας αισθάνθηκε πως ίδρωνε» και άλλα. Σε παρόμοια κατάσταση βρίσκεται και ο Δενδρινός, γεμάτος αγωνία να θυμηθεί ακριβώς τα λόγια της γυναίκας του στο τηλέφωνο, όπως τον πιέζει ο Μπέκας («ο Δενδρινός σκέφτηκε», «η προσπάθεια που έκανε ο άλλος να θυμηθεί, χάραζε μία κάθετη γραμμή στο μέτωπό του»). Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτά μεταφέρθηκαν αυτούσια στην σκηνή της ανάκρισης στην τηλεοπτική σειρά, παρουσιάζοντας έτσι την ένταση, αλλά και την αγωνία των δύο πρωταγωνιστών για την επιθυμητή έκβαση της υπόθεσης. Μάλιστα, μέχρι και ο διάλογος από το βιβλίο μεταφέρθηκε, σχεδόν, αυτούσιος στην σειρά (π.χ. Μπέκας: «Ακούστε. Θέλω ακριβώς την φράση της γυναίκας σας. Απ’ αυτό εξαρτάται αν θα σας πιστέψω. Απ’ αυτό εξαρτώνται πολλά. Τι ακριβώς σας είπε;»).


Σύγκριση βιβλίων-σειράς


Ομοιότητες


Γενικότερα, η αλήθεια είναι πως η σειρά ακολουθεί αρκετά πιστά τα δύο βιβλία, τόσο ως προς τους χαρακτήρες, όσο και ως προς την παρουσίαση των ιστοριών. Σχετικά με την «Ιδιωτική Υπόθεση», αρχικά, έχουν παραμείνει αυτούσια τα περισσότερα από τα κυριότερα σημεία της ιστορίας. Βλέπουμε έτσι, την επίσκεψη του ζεύγους Δενδρινού στο θέατρο, ταυτόχρονα με τον Μπέκα και τον Μακρή, που αποσκοπούσε στην γνωριμία της Τζένης Δενδρινού με την ηθοποιό και ερωμένη του άνδρα της, Μαρίνα Ροδινού. Έπειτα έχουμε την λεκτική διαμάχη ανάμεσα στο ζευγάρι που οδηγεί, τελικά, και στον χωρισμό τους, ενώ αναλλοίωτα μένουν και τα τρία στάδια των επισκέψεων του Άγγελου Δενδρινού στο εξοχικό του ζεύγους στο Σούνιο, όπου διαμένει, πλέον, η Τζένη Δενδρινού. Μετά από αυτές τις επισκέψεις εντοπίζεται νεκρή μέσα στο σπίτι της.


Στο σημείο αυτό, έχει ενδιαφέρον να αναφερθούμε στην φράση του βιβλίου «όταν η Τζένη Δενδρινού θα τον έκανε να νιώσει τύψεις, όπως τον κοιτούσε με τα ακίνητα μάτια της και όταν το σημείωμα, κοντά στο πτώμα της, δεν θα άφηνε πια καμία αμφιβολία για τον ένοχο», η οποία και μεταφέρθηκε ακριβώς με αυτόν τον τρόπο στην οθόνη[2]. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σημαντικό σημείο της ιστορίας, καθώς εδώ ο Μπέκας για πρώτη φορά αποφασίζει να ασχοληθεί σοβαρά με την υπόθεση της Δενδρινού, την οποία δυσκολευόταν να πιστέψει μέχρι τότε. Ίσως για τον λόγο αυτό, ο σκηνοθέτης επιλέγει να μεταφέρει ακριβώς αυτήν την φράση και στην τηλεόραση, ως εικόνα, για να δείξει ακόμα εντονότερα το σοκ και την δύσκολη θέση που βρισκόταν ο Μπέκας. Τέλος, διατηρείται η συνεισφορά της οικιακής βοηθού της Δενδρινού, η οποία αναφέρεται στην φράση-κλειδί «όχι νωρίτερα, δεν πρέπει να σε δουν», που ειπώθηκε στο τηλέφωνο από την Τζένη προς τον Άγγελο Δενδρινό, οδηγώντας τελικά στην αθώωση του τελευταίου.


Στο «Αυστηρώς Προσωπικόν», για άλλη μια φορά τα σπουδαιότερα κομμάτια της ιστορίας παραμένουν. Έτσι, έχουμε τους πέντε παραλήπτες, μαζί με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες που τους συνοδεύουν, αλλά και τις τοποθεσίες που λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα. Διατηρείται, φυσικά, και το στοίχημα μεταξύ των τριών φίλων που οδηγεί στην αποστολή των γραμμάτων, αλλά και οι δύο δολοφονίες που διαπράττονται από τον Δημήτρη Παπάζογλου. Ιδιαίτερη σημασία, μάλιστα, έχει η εγκατάσταση του αστυνόμου Μπέκα στο ξενοδοχείο που μένει ο Δημήτρης Παπάζογλου, προκειμένου να τον παρακολουθεί.


Άξια αναφοράς είναι η σκηνή όπου ο Μπέκας υποδύεται τον κοιμισμένο[3]. Στο βιβλίο την εντοπίζουμε στο παρακάτω απόσπασμα: «όποιος τον έβλεπε, ξαπλωμένο σε μία πολυθρόνα και με το καπέλο στο πρόσωπο, θα νόμιζε πως είχε αποκοιμηθεί μέσα στη ζέστη του καλοκαιριάτικου πρωινού. Κάτω από την ρεπούμπλικα, όμως, ο Μπέκας παρακολουθούσε με άγρυπνο μάτι το σημείο από το οποίο γύριζαν στο ξενοδοχείο εκείνοι που είχαν πάει στην πλαζ…ο Παπάζογλου ήρθε προς το μέρος του. Ο Μπέκας φρόντισε να δώσει πιο έντονη την εικόνα του κοιμισμένου». Στην σειρά μεταφέρθηκε αυτούσια, ίσως επειδή αποτελεί ένα κομβικό σημείο που οδηγεί στην αποκάλυψη του Παπάζογλου ως δολοφόνο, αλλά και για τον λόγο ότι φαίνεται η μεγάλη ικανότητα του Μπέκα να διαβάζει τις καταστάσεις και τους ανθρώπους και να τους χειρίζεται, με σκοπό να αποκαλυφθούν. Αυτό γίνεται ακόμα πιο έντονο και από τον διάλογο που ακολουθεί μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών, τόσο στο βιβλίο, όσο και στην σειρά.


Διαφορές


Παρ’ όλα αυτά, εντοπίζονται και ορισμένες διαφορές, πέρα από την μεταφορά των ιστοριών στην σύγχρονη εποχή. Η σημαντικότερη, που αφορά και σε ολόκληρη την σειρά, είναι η παρουσία των δύο βοηθών του Μπέκα, του Πέτρου και της Αγγελικής (στον δεύτερο κύκλο την αντικαθιστά η Ελένη), χαρακτήρες που απουσιάζουν εντελώς από τα βιβλία. Η εισαγωγή τους στη σειρά συνεισφέρει στο να δίνουν λύσεις στον Μπέκα, όταν τις χρειάζεται, βοηθώντας τον σε διάφορα θέματα, ώστε να μην καλείται να ανταπεξέρχεται σε όλα μόνος του. Μάλιστα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντιπροσωπεύουν συνολικά και όλα εκείνα τα πρόσωπα που εμφανίζονται σε διαφορετικά βιβλία, στα πρόσωπα των οποίων ο Μπέκας βρίσκει στηρίγματα.


Τώρα, πιο συγκεκριμένα για τα επεισόδια της «Ιδιωτικής Υπόθεσης», η πιο σημαντική διαφορά που βλέπουμε είναι τα στοιχεία που μας δίνονται από την αρχή του πρώτου κιόλας επεισοδίου αναφορικά με την ασθένεια της Τζένης Δενδρινού, η οποία στο βιβλίο αποκαλύπτεται μόνο στο τέλος. Επιπλέον, σε αντίθεση με το βιβλίο που ο Μπέκας είναι συνταξιούχος, στην σειρά εργάζεται και δεν αναλαμβάνει την υπόθεση της Δενδρινού εξαιτίας της αμοιβής που του προσφέρει, αλλά ως αστυνόμος. Αυτό, λογικά, συμβαίνει καθώς προτιμάται να παρουσιαστεί ένας πιο ενεργός και δραστήριος Μπέκας, ειδικά αφού πρόκειται για τα πρώτα επεισόδια της σειράς. Απουσιάζει, ακόμα, εντελώς ο χαρακτήρας του δικηγόρου της Δενδρινού, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι στη σειρά γίνεται διάρρηξη στο γραφείο του γιατρού της Δενδρινού από τους τρεις πρωταγωνιστές (Μπέκας, Πέτρος, Αγγελική), με σκοπό να βρουν τα στοιχεία που χρειάζονται για να αποδείξουν την θανατηφόρο ασθένεια της και το κίνητρο της αυτοκτονίας της. Εν αντιθέσει, ο Μπέκας στο βιβλίο καταφέρνει να αποσπάσει την ομολογία του ίδιου του γιατρού. Η συγκεκριμένη αλλαγή επιτυγχάνει να προσδώσει ακόμα περισσότερη δράση στη σειρά.


Μεταφερόμενοι στα επόμενα επεισόδια σχετικά με την υπόθεση «Αυστηρώς Προσωπικόν», αλλάζουν, όπως είναι φυσικό, το ποσό της αμοιβής που αναφέρεται στο γράμμα και γίνεται από δέκα εκατομμύρια δραχμές, τριακόσιες χιλιάδες ευρώ. Μία άλλη διαφοροποίηση που ανιχνεύεται αφορά στον ρόλο του «μικρού», ο οποίος αναφέρεται στο υστερόγραφο του γράμματος. Συγκεκριμένα, στο βιβλίο ο χαρακτήρας του «μικρού», που δεν εμφανίζεται ποτέ όπως και στην σειρά, αναφέρεται σε έναν δωσίλογο κατά την γερμανική κατοχή. Από την άλλη, με σκοπό και πάλι να αρμόζει στη σύγχρονη κοινωνία, ο «μικρός»  στις «ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα» είναι ένα πρόσωπο που είχε εμπλακεί παλαιότερα σε σκάνδαλο τράπεζας. Οι επόμενες διαφορές εντοπίζονται στο τέλος της ιστορίας. Εκεί, δηλαδή, που ο Παπάζογλου όταν η αστυνομία φτάνει κοντά στην σύλληψή του, πυροβολεί πάνω στον πανικό του έναν αστυνομικό. Στο βιβλίο πρόκειται για ένα τυχαίο και άγνωστο στον αναγνώστη άτομο, ωστόσο στο επεισόδιο ο Παπάζογλου πυροβολεί τον Πέτρο, όχι θανατηφόρα φυσικά, δραματοποιώντας έτσι λίγο παραπάνω τα πράγματα. Τέλος, σε αντίθεση με την ιστορία του βιβλίου, όπου ο Παπάζογλου σκοτώνεται στην προσπάθειά του να διαφύγει, στη σειρά συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Ο σκηνοθέτης δίνει την ευκαιρία στον χαρακτήρα να μετανιώσει για τις πράξεις του, γεγονός που φαίνεται και από την σκηνή της ομολογίας του στο τέλος του επεισοδίου.


Επίλογος


Εν κατακλείδι, είναι αρκετά εύκολο να κατανοήσουμε την μεγάλη επιρροή που άσκησε ο Γιάννης Μαρής στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας διαχρονικά. Το στοιχείο αυτό γίνεται αντιληπτό τόσο γιατί αποτέλεσε τον πρώτο συγγραφέα που επέλεξε να δημιουργήσει και να εστιάσει σε έναν χαρακτήρα, με ελληνικά χαρακτηριστικά, που θα λύνει αστυνομικές υποθέσεις, όσο και γιατί, όπως είδαμε, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για την μεταφορά του ήρωα στην μικρή και στην μεγάλη οθόνη αρκετές φορές. Η επίδραση του δεν σταμάτησε, επομένως, αποκλειστικά στον χώρο του βιβλίου και των μυθιστορημάτων, αλλά έφτασε μέχρι και στον τομέα της έβδομης τέχνης.


Φυσικά, έχοντας την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με δύο από τα έργα του Γιάννη Μαρή με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Μπέκα, είναι βέβαιο πως θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν διαχρονικά με περίσσεια ευκολία. Το περιεχόμενο και ο τρόπος εξέλιξης των ιστοριών δεν μειονεκτεί σε τίποτα συγκριτικά με τα σύγχρονα αστυνομικά μυθιστορήματα. Και έχω την εντύπωση πως αυτό φαίνεται ακόμα καλύτερα και μέσα από την σειρά του «Alpha» με τον τίτλο «Οι ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα», που βασίστηκαν στον χαρακτήρα των βιβλίων του Μαρή. Παρατηρώντας, συγκεκριμένα, τα τέσσερα επεισόδια που αντιστοιχούν στην «Ιδιωτική Υπόθεση» και στο «Αυστηρώς Προσωπικόν», γίνεται αντιληπτό ότι οι διαφορές που εντοπίζονται δεν είναι πολλές και αυτές αφορούν, κατά κύριο λόγο, την αλλαγή της εποχής που διαδραματίζονται. Αυτό δείχνει πως το επιτελείο της σειράς ήταν ήδη αρκετά ικανοποιημένο από το υλικό του Μαρή που είχαν στα χέρια τους, ώστε να το ακολουθήσουν κατά γράμμα στο μεγαλύτερο μέρος του. Και η κίνησή τους να αλλάξουν ελάχιστα στις ιστορίες του αστυνόμου, αποδείχθηκε επιτυχής, όχι μόνο από την επιτυχία της σειράς κατά την περίοδο της πρώτης προβολής της, αλλά με τις υψηλές τηλεθεάσεις που συγκέντρωσε και τα επόμενα χρόνια κατά τις επαναλήψεις της, κάνοντας αισθητή την ανταπόκριση από το κοινό.


Βιβλιογραφία

Μαρής, Γ. (2009). Ιδιωτική Υπόθεση. Αθήνα: Ατλαντίς.

Μαρής, Γ. (2014). Αυστηρώς Προσωπικόν. Αθήνα: Ατλαντίς.

Πηγές


[1] Οι Ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα S1 – Επεισόδιο 2 Σκηνή: 36:10-38:10

[2] Οι Ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα S1 – Επεισόδιο 1 Σκηνή 54:40-55:00

[3] Οι Ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα S1 – Επεισόδιο 4 Σκηνή 33:03-35:18