Criticism

Κείμενα και Κριτική

«Ο εφιάλτης της Περσεφόνης»

«Ο εφιάλτης της Περσεφόνης»

Ελληνικό τραγούδι Λογοτεχνία και ΜΜΕ January 30, 2022


της Ευσταθίας Κεραμυδά


«στο κάτω πάτωµα χωνεύει ο µύθος. Μην προσπαθήσεις να τον βγάλεις από τη φωλιά του, δεν εξαγοράζεται. Είναι ένα ζώο ογκώδες και κακό, δε θέλει φως, δαγκάνει τη σιωπή του».


                                                                                  Τάκης Σινόπουλος


Εισαγωγή


Θα αναλύσουμε το τραγούδι «Ο εφιάλτης της Περσεφόνης» του Νίκου Γκάτσου καθώς για πολλά χρόνια μου ασκεί ιδιαίτερη συγκίνηση. Η εμπειρία ήταν πρωτόγνωρη κι απαίτησε εσωτερική εγρήγορση καθώς η πόρτα που αποφάσισα να διαβώ δεν ανοίγει με ένα μόνο κλειδί αλλά με πολλά κυρίως όσον αφορά τις προσεγγίσεις της θεωρίας της λογοτεχνίας.

Η εργασία πραγματοποιήθηκε με βάση ηλεκτρονική και μη βιβλιογραφία, αλλά κυρίως με βάση την προσωπική μου επιμονή, να διαβάσω πολλές φορές τους στίχους, να ακούσω πολλές φορές το τραγούδι, να μπω στο χωροχρόνο του στιχουργού και διαισθητικά να αναλύσω το ελαχιστότατο στ’ «ατέλειωτο του ήλιου το κυνήγι».

Το τραγούδι προσεγγίστηκε αρχικά με μια φορμαλιστική ανάγνωση αλλά τελικά ενδώσαμε στον πειρασμό της αναγνωστικής προσέγγισης.

Το τραγούδι περιλαμβάνεται στο δίσκο «Τα Παράλογα» (1976) σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Ο συνθέτης συστήνοντας το δίσκο από το οπισθόφυλλο του επισημαίνει πως πρόκειται για «έναν «κύκλο λαϊκών τραγουδιών με θέμα την αθάνατη Ελλάδα σ’ όλη την ένδοξη διαδρομή της[1]».


Ο τίτλος του τραγουδιού


Ο τίτλος λειτουργεί ως προϊδεασμός/προσήμανση για όσα θα περιγραφούν. Με τη δηλωτική λέξη εφιάλτης ο στιχουργός δεν εικονοποιεί έναν ονειρότοπο αλλά μας προετοιμάζει για ένα σκηνικό καταστροφής και δυστυχίας. Το κεντρικό πρόσωπο του τραγουδιού είναι η Περσεφόνη, ένα αναγνωρίσιμο σύμβολο που επαναδραστηριοποιεί το μυθικό παρελθόν. Η αρπαγή της από τον Πλούτωνα, η διαμονή της στον Κάτω Κόσμο, η επιστροφή της στη μητέρα της και το φώς θίγουν το ζήτημα του θανάτου και της ανάστασης της φύσης, της εναλλαγής των εποχών.


Η δομή του τραγουδιού



Το τραγούδι αποτελείται από δεκαέξι στίχους, τρία τετράστιχα κι ένα τετράστιχο που λειτουργεί ως ρεφραίν. Στο ρεφραίν εξασύλλαβοι είναι ο δεύτερος κι ο τέταρτος στίχος και επτασύλλαβοι ο δεύτερος και ο τέταρτος. Η ομοιοκαταληξία του είναι πλεχτή (ΑΒΑΒ) και το μέτρο του είναι ιαμβικό.


Στην πρώτη στροφή λειτουργεί η αφηγηματική – ιστορική μνήμη ταυτόχρονα με την πραγματικότητα. Οι τοπικοί  (εκεί) και χρονικοί δείκτες (τώρα) δεν δείχνουν σαφή χωροχρόνο. Οι πρώτοι δύο στίχοι συνθέτουν μια λυρική τοπιογραφία. Οι δηλωτικές λέξεις της ελληνικής φύσης μέντα και κυκλάμινο αμαυρώνονται από τα τσιμέντα ενώ τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο. Η στροφή λειτουργεί προετοιμαστικά γι΄ αυτό που θα ακολουθήσει.



Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.


Το παράγγελμα είναι πένθιμο. Με μεταφορικό λόγο ο στιχουργός ζητά από την Περσεφόνη να συνεχίσει τον αιώνιο ύπνο της στην αγκαλιά της γης.


Οι στίχοι που ομοιοκαταληκτούν παρουσιάζουν πλήρη ηχητική ομοιότητα: μέντα – τσιμέντα (παροξύτονη ομοιοκαταληξία) κυκλάμινο – υψικάμινο, (προπαροξύτονη ομοιοκαταληξία) μύστες- τουρίστες (παροξύτονη ομοιοκαταληξία), τελεστήριο – διυλιστήριο (παροξύτονη ομοιοκαταληξία), ευλογία – ναυπηγεία (οξύτονη ομοιοκαταληξία) βελάσματα – ελάσματα (προπαροξύτονη ομοιοκαταληξία), Περσεφόνη – μπαλκόνι, (παροξύτονη ομοιοκαταληξία), γης –  ξαναβγείς (οξύτονη ομοιοκαταληξία).


Ο Νίκος Γκάτσος χρησιμοποιεί τον παραδοσιακό στίχο για να προσδώσει στο τραγούδι τη μορφή που επιζητά. Άριστος τεχνίτης της γλώσσας, της συμμετρίας, της εκφραστικής πειθαρχίας εκμεταλλεύεται τη δύναμη της ομοιοκαταληξίας για να τονίσει τη σημαίνουσα αντίθεση «Φυσικό – Τεχνητό» με απροσδόκητους, τολμηρούς αλλά εξόχως λειτουργικούς συνδυασμούς λέξεων οι οποίοι προσελκύουν την προσοχή του ακροατή/ αναγνώστη και συμβάλλουν στη διαμόρφωση του νοήματος.


Οργανώνει τις τρείς πρώτες στροφές με σύγκριση και αντίθεση. Οι λέξεις «εκεί» και «τώρα» τοποθετούνται στην αρχή κάθε πρώτου και τρίτου στίχου διαχωρίζοντας το χθες από το σήμερα του ίδιου χώρου. Τα ρήματα αναλόγως του χρόνου στον οποίο βρίσκονται (ρήματα  σε  Αόριστο  – ρήματα σε Ενεστώτα) τονίζουν την αντίθεση «Παρελθόν» – «Παρόν».


Σε κάθε στροφή οι δύο πρώτοι στίχοι μιλούν για το λαμπρό παρελθόν, το φυσικό πλούτο και την ομορφιά ενώ οι δύο τελευταίοι αποτυπώνουν το σύγχρονο πρόσωπο της πόλης, το δομημένο χώρο, το ανθρωπογενές τεχνητό περιβάλλον που οδήγησε στην αλλοτρίωση της φύσης και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου. Η πόλη είναι ένα παλίμψηστο χειρόγραφο με τις αρχαιότερες φάσεις κατοίκησης να καλύπτονται από τις νεότερες ένας τόπος όπου συνυπάρχουν «τα αρχαία μνημεία και η σύγχρονη θλίψη[2]».


Ο στιχουργός ακολουθεί την Ελευσίνα μέσα στους αιώνες, συνενώνοντας διαφορετικά χρονικά επίπεδα με συντεταγμένες πνευματικές και γεωγραφικές. Με ανιούσα κλιμάκωση και λόγο εικονοπλαστικό ανασύρει απ’ τη  λήθη και το όνειρο φορτισμένες μνήμες. Σαν αρχαίος ψηφοθέτης «κεντάει» με τα βότσαλα της σύγκρισης και της αντίθεσης ένα νατουραλιστικό «ψηφιδωτό» ανάμεσα στο θρησκευτικό και πολιτιστικό κέντρο της αρχαιότητας, την πόλη της θεάς της βλάστησης και της γονιμότητας Δήμητρας, της κόρης της Περσεφόνης και των Ελευσίνιων Μυστηρίων και το κέντρο της βαριάς βιομηχανίας της χώρας, την εργατούπολη των μεταναστών του 1976. Η ευτοπία μεταμορφώνεται σε δυστοπία.


Ο Γκάτσος νοσταλγεί τη φύση (η οποία νοηματοδοτεί αξίες που απειλούνται με τα βότανα και τα λουλούδια της. Τους αρχαίους ναούς, την ευλογημένη θάλασσα και τον κάμπο που έσφυζε από ζωή. Η θλίψη του καθώς τα πουλιά πέφτουν νεκρά κι οι άνθρωποι απομακρύνονται από το φυσικό τους περιβάλλον είναι μεγάλη. Η φύση, η ομορφιά, ο πολιτισμός θυσιάστηκαν στο τελεστήριο του διυλιστηρίου, της ανάπτυξης, του τουρισμού του καταναλωτικού ονείρου που έγινε ο εφιάλτης της «φεύγουσας κόρης».


Η ειρωνία του Γκάτσου είναι έκδηλη και γίνεται μέσο κοινωνικής συμμετοχής. Η μαρτυρία γίνεται καταγγελία. Είναι κραυγή απόγνωσης για την αδιαφορία των ανθρώπων, για την πολιτισμική παρακαταθήκη που χάνεται.


Τα νοήματα του τραγουδιού ξεφεύγουν από τον στενό χώρο μίας περιοχής. Η Ελευσίνα, η ιερή πόλη της αρχαιότητας είναι η Ελλάδα της φθοράς και του ονείρου[3]. Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης: ένας τόπος τραυματισμένος. Το ιδανικό παρελθόν του τότε υποβιβάζεται σήμερα ολοένα και περισσότερο. Η ελληνική παιδεία και το ελληνικό πνεύμα παρακμάζουν.


Το παρελθόν είναι η δεξαμενή των ιδεών, των αρχών, των πεποιθήσεων που χαρακτηρίζουν τη στιχουργία του Γκάτσου. Αν και ο ίδιος προκρίνει την αρχαιοπρεπή, αυθεντική και πνευματική ελληνικότητα αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να υπάρξει έστω κι αντιθετικά με την παρούσα κατάσταση. Το παρόν είναι εδώ και δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο παρά να το αναγνωρίσει και να ισορροπήσει ανάμεσα στις δύο εποχές. Κι αυτή η ισορροπία φαίνεται στον τρόπο που ηχεί η ομοιοκαταληξία του τραγουδιού.


Σε μια περίοδο που η έννοια της ανάπτυξης είναι κυρίαρχη ο Γκάτσος θέτει το θέμα του περιβάλλοντος και της οικολογικής καταστροφής. Και το κάνει αριστουργηματικά. Αμιγώς ποιητικά και άκρως πολιτικά. Ταυτόχρονα όμως θέτει και τους προβληματισμούς του για την ίδια την τέχνη και τις δημιουργικές δυνάμεις που τις αγκαλιάζει το χώμα. Είναι άραγε αργά να ξυπνήσει η Περσεφόνη από τον ύπνο της;


Βιβλιογραφία


Ελληνόγλωσση

F Αbrams, Μ. Η. (1999), «Λεξικό λογοτεχνικών όρων», μετάφραση: Γιάννα Δεληβοριά & Σοφία Χατζηιωαννίδου, Αθήνα: Πατάκης.

F Αρσενίου, Ε., (2012), «Πρακτική εισαγωγή στη μελέτη της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», Αθήνα: Μεταίχμιο.
F Γκάτσος, Ν., (2018),  «Όλα τα τραγούδια», Αθήνα: Πατάκης

F Δημηρούλης, Δ., (2011), «Ν. Γκάτσος και ελληνικός μοντερνισμός: η παράδοση του καινούριου». Περιέχεται στο: Ένας χαμένος ελέφαντας: εκατό χρόνια από τη γέννηση του Νίκου Γκάτσου: πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, Παρασκευή 23 – Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011, Μουσείο Μπενάκη – Κτήριο οδού Πειραιώς / επιμέλεια Αγαθή Δημητρούκα, Δημήτρης Αρβαντιτάκης. Ανακτημένο (03/03/2021) από: http://dimiroulis.ddounas.com/images/SYNERGASIES/Nikos_Gatsos_kai_ellinikos_modernismos/gatsos.pdf
F Eagleton, Τ., (1996), «Εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας» (μετάφραση. Μ. Μαυρωνάς, εισαγωγή-θεώρηση μετάφραση Δ. Τζιόβας) Αθήνα: Οδυσσέας.
F Πολίτου-Μαρμαρινού, Ε.(1981), «Η συγκριτική φιλολογία», Αθήνα: Καρδαμίτσας, σελ. 26 Ανακτημένο (04/03/2021) από: https://eclass.upatras.gr/modules/document/file.php/LIT1909/%CE%A3%CE%A5%CE%93%CE%9A%CE%A1%CE%99%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%97%20%CE%A6%CE%99%CE%9B%CE%9F%CE%9B%CE%9F%CE%93%CE%99%CE%91%201981.pdf

F Σινόπουλος, Π. (1995). «Κοινωνιολογική ποίηση»: μια δυνατότητα στο χώρο της μεθόδου. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 87, 103-113.

Ξενόγλωσση

F Jacobson, R., (1998), «Δοκίμια για τη γλώσσα της λογοτεχνίας»: Τι είναι η ποίηση, μετάφραση Άρης Μπερλής, σελ.: 125. Ανακτημένο (07/04/2021) από: https://cutt.ly/TmG6zGE


[1] Από το σημείωμα του συνθέτη στο οπισθόφυλλο του έργου.

[2] Σεφέρης, Γ., (1940), Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄. Αθήνα: τυπ. Ταρουσόπουλου.

[3]  Έτσι χαρακτηρίζονται τα τραγούδια στο δίσκο «Παράλογα» από τον Μ. Χατζιδάκι στο

σημείωμα του οπισθόφυλλου.