Criticism

Κείμενα και Κριτική

«…και η πλάνη να καλοπερνάει μέσα μας»: το επιμένον σημαίνον

«…και η πλάνη να καλοπερνάει μέσα μας»: το επιμένον σημαίνον

Κριτική Ποίησης November 8, 2020

του Αλέξανδρου Αντωνόπουλου

Ντίνου Σιώτη, Στη Σκιά του Ανέμου. Αθήνα, Κέδρος, 2019.

Η γραφή, πρακτική της απώλειας της ομιλίας, έχει νόημα μόνο έξω από τον εαυτό της, σε μια άλλη θέση, τη θέση του αναγνώστη, τον οποίο παράγει η ίδια ως την αναγκαιότητά της, κατευθυνόμενη προς αυτή την παρουσία, χωρίς να μπορεί να τη φτάσει. Μισέλ ντε Σερτώ

Η ποιητική συλλογή του Ντίνου Σιώτη «Στη σκιά του ανέμου» αποτελείται από πενήντα τρία ποιήματα που αποδίδονται με τρίστιχα. Η σπάνια χρήση (παραδοσιακής) ομοιοκαταληξίας έρχεται σε αντίστιξη με την ευρεία χρήση της εσωτερικής ομοιοκαταληξίας η οποία προσδίδει στις συνθέσεις την αίσθηση μιας ροής εφάμιλλης με αυτήν που υπονοείται ήδη στον τίτλο της συλλογής. Η απουσία στίξης και η συχνή χρήση παρηχήσεων επιτείνουν την ίδια αίσθηση, ενώ οι χρονικές σημάνσεις στο τέλος κάθε ποιήματος ανακαλούν την ημερολογιακή γραφή και υπογραμμίζουν τον χρονικό παράγοντα.

Σκιά κι Άνεμος: δύο οντότητες περιφέρονται σα φαντάσματα στην ποιητική συλλογή του Σιώτη. Φευγαλέες καθώς είναι και οι δύο, η επίταση του ανεπαίσθητου και του παροδικού καθίσταται αναπόφευκτη κατά την κοινή τους χορογραφία. Η σκιά του ανέμου: καταφυγή του δημιουργού ή διώκτης του; Χίμαιρα ή κρούση του πραγματικού; Τίνος τόπου ή ποιας ετεροτοπίας τα όρια διαγράφει; Και τέλος, ποιο χρονικό ορίζοντα ιχνογραφεί ή διατρέχει;

Μια βιαστική ανάγνωση των δημιουργιών του Σιώτη θα μπορούσε να σταθεί στο παιχνίδι του φωτός με το σκοτάδι και να προβεί σε μια «σημειωτική των φωτοσκιάσεων». Η μεταμοντέρνα ποιητική του Σιώτη, ωστόσο, δεν ενδείκνυται για μια «στενή» ανάλυση των (δυαδικών) αντιθέσεων στο έργο του. Όπως οι οντότητες που ενοικούν κάθε ποίημα είναι άπιαστες και φευγαλέες, με τον ίδιο τρόπο το νόημα συχνά διαφεύγει, και μόνο σκιάζει κάποιους στίχους για να αρθεί στους αμέσως επόμενους. Τα σημαίνοντα μιας «ατέρμονης σημείωσης» μοιάζουν να φωτίζονται στιγμιαία πριν συσκοτιστούν, δείχνουν να αιωρούνται ευκαιριακά σε κάποιο ορίζοντα πριν εξανεμιστούν.

«Φωλιάζω όσο πιο καλά μπορώ στη σκιά του/ αιθέρα στην ουρά του αέρα βολεύομαι όσο πιο άνετα γίνεται στα γάντια μιας μνήμης// σε σοκάκια δυσεύρετα και σκοτεινά […]»: Η συνεπής παρουσία της σκιάς και του ανέμου είναι εμφανής ήδη από τον τίτλο και τους πρώτους στίχους του εναρκτήριου ποιήματος της συλλογής («Στη σκιά του αιθέρα»). Οι προσωπικές στιγμές της συλλογής είναι αρκετές και πιθανότατα πλειοψηφούν. Η μνήμη, η φθορά και η απόσυρση, αλλά κυρίως η έμφαση στο πέρασμα του χρόνου κυριαρχούν σε αυτές. Η νοσταλγία και η προσμονή, η πικρία και η προσδοκία συνδιαλέγονται, κι επανέρχονται σε αρκετές συνθέσεις. ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, η λεπτή ειρωνεία και το χιούμορ επιστρατεύονται για την αποφόρτισή τους. Αντίθετα, σε άλλα ποιήματα προσωπικού χαρακτήρα, όπου η διάθεση του ποιητή φαίνεται πιο ανάλαφρη και κυριαρχούν η ρέμβη και η παρατήρηση της φύσης, δεν απουσιάζουν οι νύξεις ανησυχίας κι η επισκίαση μιας προσωρινής ευδαιμονίας.

Ο προσωπικός τόνος του ποιητή, όμως, αποτελεί μόνο τη μία από τις δύο βασικές θεματικές συνιστώσες του συνολικού έργου. Μια επίπλαστη μακαριότητα φαίνεται να μπαίνει στο στόχαστρο του ποιητή ενώ παρατηρεί «Νεοέλληνες στην ακρογιαλιά» να «αλείφονται υπό σκιάν με αντηλιακό χωρίς/ πρόθεση να εκτεθούν», κι εν τέλει, «να χορεύουν// στην αντηλιά σε ρυθμό Ζαλόγγου», οριακά και ψευδαισθητικά ευδαίμονες μα «ξεχασμένοι, παράδοξοι, χρεοκοπημένοι». Κι εδώ, όπου το βλέμμα του δημιουργού γίνεται πιο εξωστρεφές, μπορούμε να διαγνώσουμε την έτερη θεματική του έργου του, δηλαδή την κοινωνική κριτική.

Το ποίημα «Αρκτούρος» εικονογραφεί μια εντυπωσιακά σκληρή σκήνη: «Στο πλάι του δρόμου το ρημαγμένο/ καύκαλο αρκούδας χτυπημένης απ’/ τον πολιτισμό που τρέχει με 200 και […]». Η περιγραφή της τραυματισμένης ή νεκρής αρκούδας γίνεται το έναυσμα για μια ευθεία μομφή κατά του σύγχρονου πολιτισμού: «[…] τα πίσω πόδια σε στάση ανάτασης συμ-// φιλιώνονται με το κενό δίχως πουθενά/ να στηρίζονται τα μπροστινά λες και είναι σε στάση προσευχής: εκλιπαρούν// τον βίαιο πολιτισμό να κόψει ταχύτητα […]».

Οι συνθέσεις κοινωνικής κριτικής έχουν ποικίλες θεματικές: η οικολογική κρίση, το κοινωνικό-πολιτικό περιβάλλον, το σύγχρονο πολιτισμικό παράδειγμα. Στο «Ηθικό πλεονέκτημα», για παράδειγμα,η φθίση της μνήμης των σύγχρονων κοινωνιών φαίνεται να ερμηνεύει την αναλγησία τους: «[…] υπήρξαμε μάρτυρες εξοπλισμού// της μνήμης με οπλικά συστήματα λήθης για/ να μη θυμόμαστε τη δυστυχία και τη φτώχεια/ και τον ανθρώπινο πόνο που αφθονούν σε όλα τα πλάτη και μήκη της γης […]». Με παρεμφερή, κριτική διάθεση, στο «Περισσότερα ποιήματα» διαβάζουμε πως: «[…] η κοινωνία έχει τελείως αποβλακωθεί/ από τις πολλές σιωπηλές μεγάλες μικρούτσικες και/ μικρές οθόνες […]», και στο τέλος του:

« […] και το σκέφτηκα το θέμα και είδα ότι επικρατεί/ μεγάλη σιωπή και σύγχυση και ο κόσμος έχει τον/ τρόπο του να ενσωματώνει την ποίηση στο δικό// του τοπίο τώρα που η ανθρωπότητα έγινε ένα/ αυτιστικό σκιάχτρο μια ναρκισσευόμενη σκιά/ ανέμου που αγναντεύει τη νυχτωμένη της ζωή».

Στη διελκυστίνδα μεταξύ ατομικού και συλλογικού, ποιο πεδίο αποκτά προτεραιότητα; Εξηγεί, μήπως, η παρακμή του δεύτερου τα αδιέξοδα του πρώτου; Κι αντιστρόφως, η παθητικότητα του σύγχρονου ατομικισμού δεν απονευρώνει την αίσθηση του συλλογικού; Οι ήττες και τα φαντάσματα, οι ανησυχίες, οι δισταγμοί και οι ανεπάρκειες που πραγματεύεται ο Σιώτης είναι προσωπικές και πολιτικές, μα πολλές φορές το προσωπικό και το πολιτικό εμφανίζονται αξεδιάλυτα εντός, όχι μόνο ενός ποιήματος, αλλά ακόμα και ενός στίχου.

Δύο παραδείγματα ποιημάτων όπου δεν κυριαρχεί ο προσωπικός τόνος ή ο κοινωνικός σχολιασμός, καθώς η διαπλοκή τους καθίσταται ευκρινής, είναι τα «Ακολουθία» και  «Το πάρτι». Στην «Ακολουθία», θίγεται η ποιητική πράξη και συνάμα η μεταναστευτική κρίση: «[…]η ποίηση με καλεί να την/ καθαρογράψω με σάλπιγγες και τρομπέτες/ φτάνει το Λιμενικό να διώξει τους επαίτες». Στη σύνθεση με τίτλο «Το πάρτι»,οι προσωπικές σκέψεις του δημιουργού («προσηλώνομαι σε άπιαστα όνειρα») καταλήγουν στη στηλίτευση των χρηματοπιστωτικών αγορών:

[…] έξω διαλύεται το/ σύμπαν αλλά στις αγορές έχουν πάρτι ακριβά/ ποτά σερβίρουν ημίγυμνες κοπέλες εισαγωγής// όλα πληρωμένα απ’ τους εμπόρους διαφυγής/ μαύρου χρήματος […]

Σε συνέντευξή του[1] [ΕΑ1] ο Σιώτης εμφανίζεται βέβαιος πως «η κρίση επηρεάζει βαθύτατα τη θεματική των ποιητών» και σημειώνει πως: «αρκετοί ποιητές βρίσκουν στα χρόνια της κρίσης, μέσω της ποίησης, μια έξοδο προς την κοινωνία και τις συλλογικότητες. Με άλλα λόγια, οι ποιητές φεύγουν από το ιδιωτικό, το εγωκεντρικό, το ιδιαζόντως ναρκισσιστικό πλαίσιο, όπου κεντρικός πυρήνας είναι το εγώ τους, και αναλίσκονται ‘εκεί έξω’ με τον αποσυνάγωγο, τον αναξιοπαθούντα, τον καταφρονεμένο». Η συλλογή ποιημάτων «Στη σκιά του ανέμου» διατρέχει μια σημαίνουσα δεκαετία και η οικονομική κρίση σχολιάζεται έμμεσα ή άμεσα σε αρκετά σημεία. Οι επιπτώσεις τις κρίσης γίνονται αντιληπτές σε συλλογικό όσο και ατομικό επίπεδο κι αυτό φαίνεται πως κατοπτρίζεται και στα πονήματα του Σιώτη. Επιπλέον όμως, αυτό που φαίνεται να μη λανθάνει της προσοχής του ποιητή είναι η προϊούσα ανεπάρκεια του σύγχρονου πολιτικο-οικονομικού και πολιτισμικού παραδείγματος και η επιμονή της γραφής, του σημαίνοντος που επιμένει, και δεν αρκούν οι όποιες προσωπικές εξομολογήσεις για να εξορκιστεί.

Διερωτηθήκαμε για τον τόπο της ποιητικής του Σιώτη, φαίνεται όμως πως αυτό που συνέχει τη συλλογή των ποιημάτων του είναι ο χρόνος. «Η ετεροτοπία αρχίζει να λειτουργεί ολοκληρωμένα όταν οι άνθρωποι έρχονται σε ένα είδος απόλυτης ρήξης με τον παραδοσιακό χρόνο τους», σημείωνε ο Φουκώ.[2] Η ποιητική συλλογή του Ντίνου Σιώτη, «Στη σκιά του ανέμου» ημερολογεί, αν μη τι άλλο, μια δεκαετία οικονομικής κρίσης, μια ετεροχρονία. Η πικρία και η ειρωνεία των πιο προσωπικών στιγμών του έργου δεν δύναται να υπερκαλύψει την κριτική διάθεση του ποιητή στις συνθέσεις κοινωνικής στόχευσης. Η «σκιά του χρόνου» άλλωστε, δεν βαρύνει μόνο τον δημιουργό, απλώνεται πάνω απ’ όλους. Και τη σκιά ενός κόσμου σε μόνιμη κρίση, μιας ανθρωπότητας που «αγναντεύει τη νυχτωμένη της ζωή», δε θα κατευνάσει ένας ποιητής. Οι στίχοι του όμως, θα έχουν πάντα τη δύναμη να γεννήσουν εκείνον τον αναγνώστη που θα θελήσει να την καταυγάσει.


[1] «Εξόριστε ποιητή στον αιώνα σου λέγε τι βλέπεις;» Συνέντευξη του Ντίνου Σιώτη στον Μηνά Βιντιάδη, περ. Δημοσιογραφία, 9 Μαΐ 2017, στο  https://dimosiografia.com/sinenteuxi-sioti-vintiadi/

[2] Foucault, Michel. Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα. Αθήνα, Πλέθρον, 2012. Πρόκειται για ένα δοκίμιο που καταπιάνεται κυρίως με την έννοια του χώρου, αλλά ο συγγραφέας του αναφέρεται και σε «αποτιμήσεις χρόνου», δηλαδή στην «ετεροχρονία», όρος που ίσως άρμοζε για να περιγράψει ή σκιαγραφήσει μέρος των επιπτώσεων μιας οικονομικής κρίσης.