Κείμενα και Κριτική
Δημιουργική Κριτική Φανταστικές κριτικές March 2, 2021
της Γαβριέλας Χατζηπλή
«Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», του Όσκαρ Ουάιλντ, προσφάτως δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιουλίου του λογοτεχνικού περιοδικού “Lippincott’s Monthly Magazine” και ήδη έχει προκαλέσει μία ευρεία θύελλα αντιδράσεων.
Πρόκειται για τον φημισμένο και πολυσυζητημένο δραματουργό, ποιητή, μυθιστοριογράφο και κριτικό Όσκαρ Ουάιλντ, που δημοσίευσε το μοναδικό του, έως τώρα, μυθιστόρημα με τίτλο «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι». Η ιστορία δεν είναι άλλη, από την ζωή του Ντόριαν, ενός νεαρού που, κατά κοινή ομολογία, ενσαρκώνει την ομορφιά και το ωραίο. Ο ζωγράφος Μπάζιλ Χόλγουορντ σαγηνεύεται απ’ την εντυπωσιακή ομορφιά του και τον θεωρεί κάτι σαν μούσα του για την νέα καλλιτεχνική του πορεία. Παράλληλα, ο Ντόριαν γνωρίζει τον Λόρδο Χένρι, του οποίου η πνευματώδης προσωπικότητα και η ασυνήθιστη κοσμοθεωρία του, με την ομορφιά να αποτελεί το «θαύμα των θαυμάτων», τον μαγνητίζουν. Μυείται τις απόψεις του περί ηδονισμού και συνειδητοποιεί την αξία και την δύναμη της νιότης του, αλλά και την εφήμερη διάστασή της. Έτσι, εύχεται, περιπαικτικά, να μην αλλοιωθεί ποτέ η όψη του με το πέρασμα των χρόνων και αντ’ αυτού, να γερνάει το πορτρέτο που του ζωγράφισε ο Μπάζιλ. Η ευχή του γίνεται πραγματικότητα και ο νεαρός βυθίζεται όλο και περισσότερο σε μία ζωή χωρίς ηθικούς φραγμούς και όρια, σε μία ζωή γεμάτη ακολασία, ηδονή και πειρασμούς. Ωστόσο, με κάθε αμάρτημα που έχει αντίκτυπο στην ψυχή, το πορτρέτο παραμορφώνεται και γερνάει, υπενθυμίζοντας στον Ντόριαν τις πράξεις του. Αρχικά, καταφέρνει να αντιμετωπίσει την ταραχή που του προκαλεί, κρύβοντάς το σε ένα κλειδωμένο δωμάτιο και παρατηρώντας, ψυχρά, τις αλλαγές που γίνονται και τις ρυτίδες που σχηματίζονται στο πρόσωπο του πορτρέτου. Τελικά όμως, ανίκανος να διαχειριστεί αυτό το φορτίο, αντιλαμβάνεται πως η ευχή που του καθόρισε την ζωή ήταν μία κατάρα που ο ίδιος έριξε στον εαυτό του.
«Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» είναι ένα απ’ τα βιβλία που δεν χρειάστηκε να μου τα συστήσει κάποιος για να τα διαβάσω. Από την στιγμή που πληροφορήθηκα την κυκλοφορία του μοναδικού μυθιστορήματος του Όσκαρ Ουάιλντ και έχοντας υπάρξει συστηματικός αναγνώστης των προηγούμενων έργων του, ήξερα πως επρόκειτο για ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον λογοτεχνικό ταξίδι. Παράλληλα, ήδη από τις πρώτες μέρες κυκλοφορίας του, ποικίλες κριτικές έκαναν την εμφάνισή τους, δημιουργώντας αφενός ένα κλίμα προκατάληψης απέναντί του και αφετέρου, μία εκκολαπτόμενη περιέργεια, περί τίνος πρόκειται και αν είναι αλήθεια όσα γράφονται. Επιθυμώντας, λοιπόν, να ξεφυλλίσω τις σελίδες με τον δικό μου ανεπηρέαστο τρόπο, χωρίς καμία ξένη εντύπωση να παραμορφώνει την εμπειρία μου, διάβασα το βιβλίο αποκομμένος απ’ την κοινή γνώμη.
Δεν θα κρύψω πως απ’ τις πρώτες κιόλας σελίδες, η τόσο έντονα παράδοξη ατμόσφαιρα, γεμάτη απόψεις και ιδέες που εξυμνούν την αμαρτία και την ομορφιά, με έφεραν, αρχικά, σε αμηχανία και έπειτα με συνεπήραν. Σύντομα, μπόρεσα να καταλάβω τον λόγο που το βιβλίο προκάλεσε τόσο έντονες αντιδράσεις. Είναι προκλητικό, κάτι το απαγορευμένο και συνάμα, βαθιά θαμμένο στο υποσυνείδητο των ανθρώπων. Ήρθε σαν αστραπή, να ρίξει φως στις πιο σκοτεινές και ενδόμυχες επιθυμίες του κόσμου, ενός κόσμου όμως που, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, δεν δέχεται τίποτα λιγότερο από την ηθική και την αρετή. Η κοινωνία, εμφανώς και δικαιολογημένα, βιώνει σοκ, είναι εξαγριωμένη και βρίσκεται σε αμηχανία, μη γνωρίζοντας πως να αντιδράσει. Η ιστορία του Ντόριαν Γκρέι είναι εδώ για να ταρακουνήσει την θεωρία μας για την ηθική, το ωραίο, τη νιότη και την ηδονή. Μέσα σε μία κοινωνία όπου οι άνθρωποι πρέπει να χαλιναγωγούν τα πάθη και τα ένστικτά τους, να αντιστέκονται σε κάθε πειρασμό και να καθοδηγούνται από τις αρχές και το ήθος τους, ένα τέτοιο έργο είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό.
Οι περισσότερες κριτικές που πέφτουν στην αντίληψή μου, μιλάνε για ένα βρώμικο και μολυσμένο βιβλίο, γεμάτο αμαρτίες και ανεπίτρεπτες αναφορές που παραπέμπουν στην ομοφυλοφιλία. Εκφράζουν ακόμα και την ανησυχία για διαφθορά όσων νέων το διαβάσουν, αφού προωθεί μία ακόλαστη πορεία ζωής. Κατά κάποιον τρόπο, το κοινό αντιλαμβάνεται αυτό το βιβλίο σαν μία προσβολή για όσα γνωρίζουμε. Για τον τρόπο ζωής και δράσης μας, πάντοτε υπό την σκιά μίας κοινωνίας όπου η σεμνοτυφία και ο καθωσπρεπισμός διαθέτουν τα ηνία. Οι άνδρες πρέπει να συμβάλλουν στο δημόσιο βίο και να διέπονται από αρχές, οι γυναίκες να περιορίζουν την δράση τους στην ιδιωτική ζωή και την οικογένεια, αποκομμένες από κάθε πάθος, και όλα αυτά, η υψηλή κοινωνία. Διότι η φτώχεια και η εξαθλίωση μαστίζουν τους δρόμους των πόλεων μας και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο τέτοιας πολυτέλειας σε όλους τους άλλους.
Σκεπτόμενος, λοιπόν, αυτά τα δεδομένα, μία κοινωνία, όπως η δική μας, που έχει βαθιά ριζωμένες μέσα της τέτοιες πεποιθήσεις, είναι δύσκολο να ξεφύγει απ’ αυτές και να αφουγκραστεί κάτι το τόσο διαφορετικό και ανορθόδοξο, όπως την ιστορία ενός καταπληκτικά όμορφου νέου που αφήνεται στο έλεος της ηδονής. Ωστόσο, δεν μπορώ να συμμεριστώ αυτές τις απόψεις περί χυδαιότητας και επικινδυνότητας του έργου και δεν φοβάμαι να πάρω θέση ως ένας από αυτούς που βλέπουν την αξία και την ομορφιά του.
Αποτελεί ένα άκρως ειλικρινές βιβλίο, που παρουσιάζει τα ανθρώπινα πάθη και παραμορφώνει την ηθική και τις αξίες. Ο Όσκαρ Ουάιλντ δεν φοβάται να εκθέσει κάθε σκοτεινή επιθυμία για απόλαυση, που η ανθρώπινη φύση κρύβει μέσα της. Καταλύει την υποκρισία που χαρακτηρίζει την σημερινή κοινωνία και, ως πιστός εκπρόσωπος του λογοτεχνικού ρεύματος του Αισθητισμού, εκφράζει την ωραιολατρεία και τον ηδονισμό, υποστηρίζοντας πως η απόλαυση είναι το πιο σημαντικό αξιολογικό στοιχείο. Ταυτόχρονα, ο κύριος ήρωας, ο Ντόριαν Γκρέι, επιδιώκει μια διπλή ζωή. Απ’ τη μία αναπτύσσει συζητήσεις στα αριστοκρατικά σαλόνια της υψηλής κοινωνίας, διατηρώντας την εικόνα του ευγενή και του ενάρετου. Απ’ την άλλη, βρίσκεται στα πιο σκοτεινά και κακόφημα μέρη της πόλης, στα στέκια του υποκόσμου, λειτουργώντας ακόμα και ως σατιρικό στοιχείο για το «είναι» και το «φαίνεσθαι».
Η αλήθεια είναι πως δεν διστάζω να παραδεχτώ ότι διαβάζοντας αυτό το έργο, σοκαρίστηκα, προβληματίστηκα, ταυτίστηκα και αποδέχτηκα τις πιο ζοφερές μου σκέψεις. Αντιλήφθηκα πόσο ανθρώπινοι είναι οι πειρασμοί και η επιδίωξη της ηδονής και ακόμα, με «τσάκωσα» να ζηλεύω σχεδόν, την ζωή του Ντόριαν. Ωστόσο, καθώς έφτανα στο τέλος του βιβλίου, άρχισα να αντιλαμβάνομαι το κόστος μιας ζωής που υπέρμετρος σκοπός της είναι η ηδονή. Ο ναρκισσιστικός χαρακτήρας του Ντόριαν, δεν άντεξε τελικά να διαχειριστεί ούτε την επίδραση που είχε η εντυπωσιακή ομορφιά του στους άλλους, ούτε την φθορά που δημιουργούσαν οι πράξεις του στην ψυχή και το πορτρέτο του, φτάνοντας στην κορύφωση της αλαζονείας του, με την αυτοκαταστροφή του.
Στην ουσία λοιπόν, το βιβλίο αυτό είναι κάτι παραπάνω από μυθιστόρημα. Είναι ένα φιλοσοφικό έργο που καυτηριάζει τους ηθικούς κανόνες της εποχής μας και που εκφράζει άφοβα και αυθεντικά τις πιο δυσοίωνες επιθυμίες μας, παρουσιάζοντάς τες ως κάτι το απόλυτα φυσικό και αναπόφευκτο. Προκαλεί προβληματισμό για την φύση του ανθρώπου, τις υπάρχουσες κοινωνικές συμβάσεις και ως επί το πλείστον, αποδεικνύει πόσο επίπονο τελικά, είναι το αλόγιστο ηδονιστικό κυνήγι. Αποτελεί, χωρίς καμία αμφιβολία, ένα πρωτοποριακό εγχείρημα του ιδιοφυούς Όσκαρ Ουάιλντ, και σε καμία περίπτωση δεν είμαι σε θέση να του στερήσω την αξία που οφείλει να γνωρίσει.
Αν και σήμερα η κοινή γνώμη κρατάει επικριτική στάση απέναντί του, θεωρώντας το διεστραμμένο και ανήθικο, πιστεύω πως σε μελλοντικές κοινωνίες, αυτό το έργο θα γνωρίσει τον θαυμασμό και την επιτυχία που του αξίζει. Δυστυχώς βέβαια, όπως πάντα, το καινούργιο και άγνωστο περιφρονείται και αντιμετωπίζεται αρχικά ως κάτι το απειλητικό, μέχρι ο κόσμος να είναι έτοιμος να το δεχτεί. Έτσι λοιπόν και «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», με όλες αυτές τις πρωτάκουστες πεποιθήσεις για το ωραίο και την ηδονή, θα εκτιμηθεί όπως πρέπει, όταν η κοινωνία το αποφασίσει.
1891
Βιβλιογραφία: