Criticism

Κείμενα και Κριτική

Η «Αθανασία» με γνώμονα την αναγνωστική θεωρία προσέγγισης

Η «Αθανασία» με γνώμονα την αναγνωστική θεωρία προσέγγισης

Ελληνικό τραγούδι Λογοτεχνία και ΜΜΕ January 31, 2022

του Αντώνη Κοντοζανή


Ο Νίκος Γκάτσος αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους ποιητές και στιχουργούς για τον ελληνικό πολιτισμό, με έργα που αγγίζουν συναισθηματικά τον αναγνώστη-ακροατή και μένουν χαραγμένα στη μνήμη του ανεξίτηλα. Ένα από τα πιο γνωστά στιχουργικά του έργα σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι είναι η «Αθανασία», που συμπεριλήφθηκε στον ομώνυμο δίσκο του 1976, σε πρώτη εκτέλεση από τη Δήμητρα Γαλάνη.


Κάνοντας μία εξωκειμενική ανάλυση, φαίνεται πως το τραγούδι αυτό αποτελείται από τέσσερις στροφές, εκ των οποίων οι δύο αποτελούν τα κουπλέ του κομματιού («Τι ζητάς Αθανασία… δεν τους χάρισες ποτές», «Τι ζητάς Αθανασία… δεν τους δρόσισες ποτές») και οι άλλες δύο το ρεφραίν σε επανάληψη («Είσαι σκληρή… που δε σε κέρδισε κανείς»). Η ομοιοκαταληξία που παρατηρείται είναι ζευγαρωτή, καθώς και στις τέσσερις στροφές ο πρώτος στίχος ομοιοκαταληκτεί με τον δεύτερο και ο τρίτος με τον τέταρτο. Σχετικά με τους στίχους του τραγουδιού, στο σύνολό τους είναι δεκαέξι χωρίς όμως ίδιο αριθμό συλλαβών σε όλη την έκταση του έργου. Συγκεκριμένα, η πρώτη και η τρίτη στροφή περιλαμβάνουν από τέσσερις δεκαπεντασύλλαβους στίχους, ενώ η δεύτερη και η τέταρτη έχουν από τέσσερις δωδεκασύλλαβους αντίστοιχα.


Σε αυτό το τραγούδι, ο Νίκος Γκάτσος πραγματεύεται ζητήματα όπως το νόημα της ζωής, ο θάνατος αλλά και η μετά θάνατον ζωή. Η αθανασία φαίνεται να παρομοιάζεται με μια γυναικεία μορφή, απρόσιτη και απόμακρη, η οποία αγνοεί όποιον προσπαθεί να την πλησιάσει ή να της απευθυνθεί («Τι ζητάς αθανασία… κι η καρδιά μου πώς βαστά»). Η μεταφορική όμως έννοια της λέξης δεν περιορίζεται μόνο σε αυτή την ερμηνεία, καθώς μπορεί να λάβει και τη διάσταση του φυτού αθανασία, το οποίο φωλιάζει και μεγαλώνει κάτω από τα μπαλκόνια των σπιτιών. Σε κάθε περίπτωση, παρουσιάζεται ως ένα ιδανικό το οποίο αποτελεί «άπιαστο όνειρο» για την ανθρωπότητα. Ανά τους αιώνες, πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν πως μπορούσαν να αποκτήσουν αυτή την αξία, είτε ήταν πλούσιοι είτε φτωχοί, όμως τελικά αποδείχθηκε πως είναι τόσο σκληρή όσο και ο θάνατος για την ανθρώπινη ψυχή. («ήρθαν διψασμένοι Κροίσοι…δεν τους πότισες ποτές»).


Χρησιμοποιώντας τον όρο «ομορφονιά», φαίνεται πως ο Γκάτσος αναγάγει την αθανασία στο θέμα της τέχνης και αναφέρεται πλέον στην καλλιτεχνική αθανασία. Η υστεροφημία αποτελούσε ήδη από τα αρχαιότερα χρόνια μια εξέχουσα έννοια για τη ζωή και το έργο των ανθρώπων· έπαιζε σημαντικό ρόλο η φήμη και το όνομα που άφηνε κανείς πίσω του μετά τον θάνατό του. Αντίστοιχα, στη σημερινή εποχή η υστεροφημία είναι σημαντικός παράγοντας για το έργο των καλλιτεχνών, που αποτελεί την κληρονομιά τους. Εάν ακόμα και μετά το θάνατό τους εξακολουθεί να δοξάζεται και να θαυμάζεται το έργο τους από τον κόσμο, τότε έχουν καταφέρει να αποκτήσουν την καλλιτεχνική αθανασία.


Προσεγγίζοντας το κείμενο με τις αρχές της αναγνωστικής θεωρίας, η οποία συνδυάζει τις σκέψεις και τις εμπειρίες του αναγνώστη με τις ιδέες που προβάλλει το ίδιο το κείμενο, φαίνεται πως δεν απευθύνεται σε συγκεκριμένο κοινό αλλά στο μέσο άνθρωπο, στου οποίου το μυαλό περιπλανώνται ιδέες και σκέψεις σχετικά με τη μετά θάνατον ζωή ανάμεσα σε άλλες φιλοσοφικές αναζητήσεις. Το δίπολο μεταξύ θνητότητας και αθανασίας έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο κυρίως κατά τα αρχαιότερα χρόνια, όταν οι βασιλιάδες και οι αυτοκράτορες παρομοίαζαν τους εαυτούς τους με τους αθάνατους θεούς, χωρίς όμως να έχουν κατορθώσει να φτάσουν στο ανώτατο αυτό επίπεδο («Σ’ αγαπήσανε στον κόσμο…δεν τους χάρισες ποτές»). Σήμερα μπορεί οι άνθρωποι να έχουμε υιοθετήσει μια πιο ρεαλιστική νοοτροπία για τον κόσμο, δεν παύει όμως να υπάρχει μια ασταμάτητη εσωτερική αναζήτηση στο μυαλό πολλών σχετικά με το νόημα της ζωής. Ο αναγνώστης λοιπόν αυτού του έργου καλείται έμμεσα από τον συγγραφέα να θέσει τα δικά του ερωτήματα για την ανθρώπινη ύπαρξη και το ρόλο που διαδραματίζει τελικά ο θάνατος για τον άνθρωπο, αν δηλαδή όντως μοιάζει με μια γροθιά που βάζει τέλος στο νόημα της ζωής («Είσαι σκληρή… που δε σε κέρδισε κανείς»).


Η «Αθανασία» μπορεί να μην παρουσιάζει στον αναγνώστη έναν συγκεκριμένο ήρωα με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί, παρέχει όμως σκέψεις με τις οποίες κάθε άνθρωπος στη διάρκεια της ζωής του έχει έρθει αντιμέτωπος. Οι αναφορές σε βασιλιάδες, ποιητές, Κροίσους και προσκυνητές, δεν αποτελούν χαρακτήρες ή «ήρωες» με τους οποίους μπορεί ένας απλός άνθρωπος να ταυτιστεί, αλλά χρησιμοποιούνται για να αποδειχθεί πως η κοινωνική και οικονομική θέση είναι ανεξάρτητες από την αθανασία ως ιδανικό. Η αναζήτηση του νοήματος της ζωής και η αντιμετώπιση του θανάτου σαν το απόλυτο κακό που σηματοδοτεί το τέλος του ανθρώπου είναι ερωτήματα που βασάνιζαν και εξακολουθούν να βασανίζουν την ανθρωπότητα, χωρίς να γνωρίζουν όρια χρηματικά ή ταξικά. Η ιδέα του θανάτου φανερώνει την απώλεια, τη θλίψη και τον τρόμο για τον άνθρωπο, ο οποίος προσπαθεί μανιωδώς να του ξεφύγει αντί να συμφιλιωθεί με την κατάληξή του. Όπως έγραψε και ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις στο ένθετο του δίσκου «Αθανασία», «H Αθανασία του Γκάτσου, όπως και κάθε αληθινό τραγούδι, ήταν και παραμένει ένα παιχνίδι. Η ιδέα του Θανάτου οδηγεί τον αληθινά ελεύθερο άνθρωπο στο να αντιληφθεί βαθιά μέσα του, πως η ύπαρξή του έχει ημερομηνία λήξεως. Ο άνθρωπος οφείλει να συμφιλιωθεί με την ιδέα αυτή κι όχι ν’ αγκιστρώνεται από τη ζωή σε σημείο που να μη θέλει να φύγει- πράγμα που όλες οι θρησκείες εκμεταλλεύονται υποσχόμενες μελλοντική κι ατέλειωτη ζωή. Κι όμως είναι τόσο απλό, γι’ αυτό και δύσκολο»[1].


Σύμφωνα λοιπόν με την αναγνωστική θεωρία, ένας ακροατής ή αναγνώστης της «Αθανασίας» δεν πρέπει να σταθεί μόνο στο νόημα και τις ιδέες που του προσφέρει το τραγούδι, αλλά να το συνδυάσει με τις δικές του σκέψεις και τα συναισθήματα. Λαμβάνοντας υπόψη τόσο το φιλοσοφικό-κοινωνικό όσο και το καλλιτεχνικό υπόβαθρο που έχει δώσει ο Νίκος Γκάτσος στο τραγούδι, δίνεται η δυνατότητα για πολύπλευρη ανάλυσή του και διεξαγωγή πληθώρας νοημάτων και προσωπικών ερμηνειών. Με αυτόν τον τρόπο, ο παραλήπτης όλων αυτών των νοημάτων καταφέρνει να διαμορφώσει μια δική του σφαιρική άποψη για ζητήματα που αφορούν στη ζωή και το θάνατο αλλά και την αθανασία ως μια ιδέα που τρυπώνει στα μυαλά των ανθρώπων και τους οδηγεί σε ατέρμονες φιλοσοφικές αναζητήσεις.

«Αθανασία»

Τι ζητάς αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά

δε μου δίνεις σημασία κι η καρδιά μου πώς βαστά

Σ’ αγαπήσανε στον κόσμο βασιλιάδες, ποιητές

κι ένα κλωναράκι δυόσμο δεν τούς χάρισες ποτές

Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά

μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψαμε βαθιά

Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς

Ομορφονιά, που δε σε κέρδισε κανείς

Τι ζητάς αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά

ποια παράξενη θυσία η ζωή να σου χρωστά

Ήρθαν διψασμένοι Κροίσοι, ταπεινοί προσκυνητές

κι απ’ του κήπου σου τη βρύση δεν τους πότισες ποτές

Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά

μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψανε βαθιά

Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς

Ομορφονιά, που δε σε κέρδισε κανείς


Στίχοι: Νίκος Γκάτσος

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

Πηγές-Βιβλιογραφία

Γιώγλου, Θ., «Η “Αθανασία” του Χατζιδάκι και του Γκάτσου με Μητσιά & Γαλάνη», αναρτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2013 στον διαδικτυακό τόπο: https://www.ogdoo.gr/diskografia/diskoi-pou-den-ksexasa/i-athanasia-toy-xatzidaki-kai-toy-gkatso (τελευταία επίσκεψη: 20 Απριλίου 2021) Στίχοι του τραγουδιού «Αθανασία», διαθέσιμοι στον διαδικτυακό τόπο: https://www.greeklyrics.gr/stixoi/athanasia/ (τελευταία επίσκεψη: 23 Απ


[1] Χατζιδάκις, 1976.