Κείμενα και Κριτική
Λογοτεχνία και ΜΜΕ October 24, 2021
«Το παλιό μου παλτό» του Χρήστου Δάντη, σε στίχους της Σάννυ Μπαλτζή
της Δήμητρας Γεραλίδη
Η έρευνα αυτή δομείται με κεντρικό άξονα την έννοια «Στίχοι τραγουδιών και επικοινωνία». Η παρούσα εργασία βασίζεται στο τραγούδι «Το παλιό μου παλτό» του Χρήστου Δάντη, με στίχους της Σάννυ Μπαλτζή και σε αυτήν θα εξετάσω πώς οι στίχοι του συγκεκριμένου τραγουδιού συνδέονται με την επικοινωνία.
Στο πρώτο μέρος της εργασίας θα αναφερθώ, αρχικά, στα βιογραφικά στοιχεία του καλλιτέχνη και της στιχουργού και, παράλληλα, θα μιλήσω για την ιστορία που κρύβεται πίσω από το τραγούδι. Αμέσως μετά και αφού παρατεθούν οι στίχοι, θα επικεντρωθώ στην αναλυτική επεξήγησή τους, όπως επίσης και στην σύνδεσή τους με την επικοινωνία. Εν συνεχεία, θα αναφερθεί η προσωπική μου άποψη για τη σημασία των στίχων.
Το δεύτερο μέρος της εργασίας αποσκοπεί στην ανάλυση του ερευνητικού ερωτήματος που προέκυψε. Πιο συγκεκριμένα, θα επιχειρήσω να αναλύσω την συναισθηματική αξία των ρούχων και την ψυχολογική σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων που δημιουργείται μέσα από αυτά. Τέλος, θα ακολουθήσουν τα συμπεράσματα της έρευνας και θα επισυναφθούν βιβλιογραφικές αναφορές και πηγές.
Τραγουδιστής του τραγουδιού είναι ο Χρήστος Δάντης, του οποίου αληθινό όνομα είναι Χρήστος Βλαχάκης και γεννήθηκε το 1966. Το είδος που τραγουδάει είναι έντεχνο και λαϊκό και εκτός από τραγουδιστής είναι και στιχουργός, συνθέτης και παραγωγός. Το δισκογραφικό του ντεμπούτο ήταν σε έναν δίσκο του Μιχάλη Ρακιντζή[1] το 1987, στον οποίο ηχογράφησε τα φωνητικά. Ο δικός του πρώτος δίσκος κυκλοφόρησε το 1990 και ονομαζόταν «Δακτυλικά αποτυπώματα». «Το παλιό μου παλτό» κυκλοφόρησε το 1999 και ήταν μέρος ενός ομώνυμου δίσκου, ο οποίος περιελάμβανε επιτυχίες[2] και άλλων καλλιτεχνών[3]. Αποτελεί τον 9ο από τους 19 του δίσκους[4].
Στιχουργός του τραγουδιού είναι η Σάννυ Μπαλτζή. Δραστηριοποιείται στον χώρο περίπου 20 χρόνια και είναι τραγουδίστρια, συνθέτρια και dj. Έχει πάρει μέρος σε 4 δίσκους και όπως έχει δηλώσει δεν την ενδιαφέρει η δημοσιότητα, αλλά να εκφράζεται μέσα από τους στίχους των τραγουδιών της.
Σύμφωνα με την Σ. Μπαλτζή σε συνέντευξή της, το τραγούδι πριν δοθεί στον Χ. Δάντη έκανε μεγάλη πορεία και δέχτηκε απόρριψη από πολλούς καλλιτέχνες, από τους οποίους πολλοί μετάνιωσαν την επιλογή τους με την κυκλοφορία και την επιτυχία του τραγουδιού. ««Το παλιό μου παλτό», δεν είχε καμία σχέση με τον Χρήστο όταν το γράψαμε . Έκανε μια διαδρομή τεράστια και απορρίφθηκε σε αυτή .Η Ελένη Δήμου το ήθελε, δεν της το έδωσαν μετά, γιατί το πήρε ο Χρήστος. Ο Βασίλης Καρράς ο οποίος μου λέει: «Όταν βγήκε το κομμάτι, έπαιρνα φόρα και χτυπούσα το κεφάλι μου στον τοίχο». Απλά είχε κολλήσει στα «ψιχουλάκια από σνάκ». Του φάνηκε μια λέξη που δεν μπορεί να πει. Και η Πέτα ήταν να το πει και θα της πήγαινε πολύ.» (Σ. Μπαλτζή, 2016) [5].
Στη συνέχεια στην ίδια συνέντευξη ανέφερε ότι το τραγούδι το έγραψε για την αδερφή της βασιζόμενη στην «παράδοση» που επικρατεί τα μικρότερα μέλη της οικογένειας να παίρνουν τα ρούχα των μεγαλύτερων. Και καθώς τα ρούχα του καθένα κουβαλάνε την ιστορία μας, τα χαρακτηριστικά μας, τους εαυτούς μας, εμπνεύστηκε αυτό το τραγούδι: «Η αλήθεια είναι ότι αυτό το τραγούδι, το έγραψα για την αδελφή μου, γι αυτό που γινόταν παλιά και γίνεται ακόμα, που οι μεγαλύτεροι δίνουν τα ρούχα τους στους μικρότερους. Τα ρούχα όπως και όλα τα αντικείμενα έχουν μια αύρα από εμάς, έχουν την ψυχή μας.» (Σ. Μπαλτζή, 2016).
Το παλιό μου παλτό
Έχω πέσει και κλαίω στο παλιό μου παλτό
που το είχα ξεχάσει στο πατάρι κλειστό
μες στις τσέπες του είχε ψιχουλάκια από σνακ
και στη φόδρα του θέση για τον δρόμο κονιάκ
Τόσες κρύες στιγμές στη καρδιά μου ζεστές
μέσα στο σινεμά και στους δρόμους μετά
μου ‘μαθε τα ταξίδια να αλητεύω εν ψυχρώ
να περνάω καλά και με χάλια καιρό
το παλιό μου παλτό
Κι έσβηνε το τσιγάρο στο υγρό πάνω χώμα
σ’ ένα υπόστεγο κάτσαμε και γίναμε λιώμα
και μια νύχτα τρελή σ’ ένα άδειο βαγόνι
μείναμε ως το πρωί και έξω έριχνε χιόνι
Πώς περάσαν τα χρόνια τι είναι αυτά που φορώ
ποιο σατέν ποιο μετάξι θα με βγάλει χορό
το παλιό μου παλτό το χαρίζω σε ‘σένα
να προσέχεις μικρή μου γιατί μοιάζει σ’ εμένα
γιατί μοιάζει σε ‘μένα
Κι έσβηνε το τσιγάρο στο υγρό πάνω χώμα
σ’ ένα υπόστεγο κάτσαμε και γίναμε λιώμα
το παλιό μου παλτό το χαρίζω σε ‘σένα
να προσέχεις μικρή μου γιατί μοιάζει σ’ εμένα
«Έχω πέσει και κλαίω…δρόμο κονιάκ»: Έχει πέσει και κλαίει στο πάτωμα, πάνω στο παλιό παλτό του, δεν το φοράει απαραίτητα. Είχε ξεχάσει την ύπαρξη του παλτού του στο πατάρι και τώρα που το θυμήθηκε, ήρθαν στο μυαλό του αναμνήσεις μαζί του. Μέσα στις τσέπες του παλτού υπήρχαν ξεχασμένα ψίχουλα από φαγητό και ένα μπουκάλι με κονιάκ το οποίο ο πρωταγωνιστής είχε μαζί του όταν φορούσε το παλτό.
«Τόσες κρύες στιγμές…παλιό μου παλτό»: Μέσα στις κρύες μέρες του χειμώνα, το παλτό του κρατούσε πάντα συντροφιά και ζεστασιά. Το παλτό ήταν η παρέα του σε κάθε του περιπέτεια, στο σινεμά, στην επιστροφή προς το σπίτι. Αναφέρει ακόμη πως μαζί με το παλτό έμαθε να ταξιδεύει, να αλητεύει και να περνάει καλά ακόμη κι αν ο καιρός δεν του το επέτρεπε. Με λίγα λόγια, το παλτό τον προστάτευε και ήταν εκεί γι’ αυτόν σε όλες τις περιστάσεις.
«Κι έσβηνε το τσιγάρο…έριχνε χιόνι»: Το τσιγάρο έσβηνε στο βρεγμένο χώμα και αυτό σημαίνει ότι βρέχει. Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται σε ένα υπόστεγο με μόνη παρέα το παλτό του. Μιλάει, μάλιστα, και στο α’ πληθυντικό (κάτσαμε, γίναμε) προσωποποιώντας το παλτό και μιλώντας γι’ αυτό σα να είναι φίλος του. Του έρχεται στο μυαλό και μια ανάμνηση από ένα βράδυ που ήταν πάλι οι δυο τους. Είχαν κάτσει σε ένα άδειο βαγόνι ενός τρένου ολόκληρο το βράδυ μέχρι την επόμενη ημέρα το πρωί και παράλληλα έξω χιόνιζε. Παρ’ όλα αυτά, το παλτό δεν άφησε τον πρωταγωνιστή να κρυώσει ούτε στιγμή.
«Πώς περάσαν…σε μένα»: Αναρωτιέται πόσο γρήγορα πέρασαν τα χρόνια, και πώς απαρνήθηκε το πολυαγαπημένο του παλτό. Αναρωτιέται γιατί φοράει άλλα ρούχα και όχι το παλτό του, τα οποία κατακρίνει κιόλας ως μη ικανά να τον «κυκλοφορήσουν» έξω στο δρόμο. Αναφέρει το σατέν και το μετάξι, τα οποία γενικά είναι μεγαλύτερου κύρους από το ύφασμα του παλιού παλτού του, και δηλώνει ότι προτιμά το δικό του παλτό, κι ας είναι πολυχρησιμοποιημένο, παλιό, φθαρμένο και πλέον εκτός μόδας. Καταλαβαίνει, λοιπόν, ότι η ιστορία του με το παλτό του έφτασε στο τέλος της και ήρθε η ώρα κάποιος άλλος να δημιουργήσει νέες αναμνήσεις με το παλτό. Έτσι, αποφασίζει να χαρίσει το παλτό σε ένα αγαπημένο του πρόσωπο, μια γυναίκα. Θα μπορούσε να είναι η κόρη του, η γυναίκα του ή και μια άγνωστη γυναίκα. Προειδοποιεί, τέλος, την γυναίκα να προσέχει τον εαυτό της από το παλτό, γιατί μοιάζει σε αυτόν. Όπως ένας φίλος μας που περνάμε πολύ χρόνο μαζί και αποκτά τις ίδιες εμπειρίες με μας αρχίζει σιγά- σιγά να μας μοιάζει και να αποκτά στοιχεία του χαρακτήρα μας, έτσι και ο φίλος του- παλτό- μοιάζει σε αυτόν.
Γενικότερα, το τραγούδι αφορά στις αναμνήσεις ενός ανθρώπου με ένα παλιό του ρούχο και στην μεταβίβαση του ρούχου αργότερα σε έναν άλλο άνθρωπο. Οι πολύτιμες αναμνήσεις δεν πεθαίνουν ποτέ, αλλά μένουν στην ιστορία του ρούχου δίνοντάς του συναισθηματική αξία. Ο κληρονόμος του ρούχου πάντα το σέβεται, πάντα δημιουργεί νέες αναμνήσεις, πάντα όμως έχει και στο μυαλό του τον προκάτοχο του ρούχου και τις αναμνήσεις που έχει σίγουρα ακούσει σαν ιστορίες. Το συγκεκριμένο και το κάθε ρούχο που μεταβιβάζεται από τον ένα στον άλλο άνθρωπο φέρει μαζί του όχι μόνο αναμνήσεις αλλά και μέρος της ψυχής τους. Έτσι, ο πρωταγωνιστής που αφήνει το παλτό στην γυναίκα, αφήνει πίσω και ένα μέρος του εαυτού του και, αντίστοιχα, η γυναίκα παραλαμβάνει πέρα από το παλτό και ένα μέρος του εαυτού του.
Προσωπικά, το συγκεκριμένο τραγούδι με συνδέει με την γιαγιά μου. Η ίδια με έβαλε να το ακούσω πρώτη φορά και με την ίδια συζητούσαμε για το δικό της παλιό παλτό που θα έπαιρνα εγώ όταν δεν θα ήταν πια μαζί μου. Και τώρα που δεν είναι, και έχω εγώ το παλτό και περισσότερα από τα ρούχα της, μπορώ να πω ότι νιώθω αυτή τη σύνδεση μαζί της. Νιώθω ότι τις ίδιες περιπέτειες θα ζήσω κι εγώ και ότι το παλτό θα με προστατεύει κάθε φορά. Νιώθω ότι εκτός από το παλτό κατά κάποιον τρόπο με προστατεύει και η ίδια η γιαγιά μου μέσω αυτού. Νιώθω μια ζεστασιά και μια προστασία που δεν θα ένιωθα με κανένα άλλο καινούργιο ρούχο. Αυτή την αξία έχει για μένα το παλιό της παλτό.
Είναι συνήθεια στις μέρες μας, όταν κάποιος φεύγει από τη ζωή ή απλά δεν θέλει πλέον κάποιο ρούχο του, αντί να το πετάει στα σκουπίδια, να το δίνει σε έναν άλλο κοντινό του άνθρωπο, συνήθως επόμενης γενιάς. Ο δέκτης του ρούχου, λοιπόν, γνωρίζοντας τον προκάτοχο του, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, χρησιμοποιεί το ρούχο με τον ίδιο συνήθως τρόπο που χρησιμοποιείτο το ρούχο και πριν. Αυτό, βέβαια, έχει να κάνει και με το είδος του ρούχου: αν το ρούχο είναι για παράδειγμα ένα δερμάτινο παλτό το οποίο φοριόταν από τον πρώτο σε επίσημες εκδηλώσεις και δείπνα, και ο κληρονόμος θα το φοράει σε αντίστοιχες περιστάσεις.
Σύμφωνα με τον R. Barthes, ένα ρούχο δεν χρησιμοποιείται μόνο για προστασία, στολισμό και ως δείγμα ταπεινότητας, αλλά υποδεικνύει μια γλώσσα, μια επιλογή συγκεκριμένου στυλ και ένα σύστημα αξιών. Πιο συγκεκριμένα, το ρούχο θεωρείται μέρος ενός κοινωνικού μοντέλου και δημιουργεί μια τυποποιημένη εικόνα για την αναμενόμενη συμπεριφορά του ανθρώπου που το φοράει. Για παράδειγμα, μια γυναίκα φορώντας ένα ταγιέρ, αναμένεται ότι η συμπεριφορά της θα είναι ευπρεπής και ευγενική. Αντίθετα, κάποιος που φορά σκισμένο παντελόνι και βρώμικη μπλούζα, αναμένεται ότι δεν θα συμπεριφέρεται τόσο ευπρεπώς. Οι αναμενόμενες συμπεριφορές αλλάζουν, βέβαια, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την κοινωνική τάξη και την κοινωνία- τόπο και χρόνο- στην οποία είναι διαμορφωμένες.
Έτσι γίνεται και η σύνδεσή μας με τους ανθρώπους που μας έδωσαν τα ρούχα. Εφόσον τα ρούχα ήταν μέρος της προσωπικότητας και της συμπεριφοράς τους, εμείς κληρονομώντας τα ρούχα παίρνουμε και ένα κομμάτι από αυτούς. Αν δεχτούμε και φορέσουμε το ρούχο, ενστερνιζόμενοι το στυλ τους, παίρνουμε το κομμάτι του χαρακτήρα τους που ερχόταν μαζί με το ρούχο. Αν φορέσω το κυριλέ παλτό της μαμάς μου, θα θεωρηθεί για μένα ό,τι θεωρείτο για την μητέρα μου όταν το φορούσε. Και ξαφνικά έχουμε κάτι κοινό, ακόμη κι αν δεν το έχουμε και οι δύο στην ντουλάπα μας. Έχουμε την ανάμνηση που μας χαρίζει, την ζεστασιά, την παρέα και την ανεπανάληπτη αίσθηση που μας προσέφερε.
Εν κατακλείδι, πιστεύω ότι όλοι έχουμε το δικό μας παλιό παλτό. Σε όλους μας έχει δοθεί κάποτε ένα ρούχο με ιστορία, ένα ρούχο που δεν ξεκίνησε από εμάς, αλλά οι αναμνήσεις του έρχονται από έναν άλλο άνθρωπο, ο οποίος για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά, παραδίδει το ρούχο. Ξεκινάει ένας νέος κύκλος εμπειριών μέχρι το ρούχο να ξαναδοθεί σε κάποιον άλλο. Μπορεί να έχει σκιστεί και επιδιορθωθεί χιλιάδες φορές, όμως μέχρι να χάσει τελείως την χρησιμότητά του, θα κυκλοφορεί ανάμεσα στις γενιές. Και το ρούχο αυτό πάντα ταιριάζει σε όλους και πάντα είναι στη μόδα…
Barthes, Roland. 1957. “Histoire et sociologie du vêtement. Quelques observations methodologiques.” Annales. Ανακτήθηκε από https://www.cairn.info/revue-historique-2007-1-page-3.htm?contenu=article
[1] Ο δίσκος ονομαζόταν «Μωρό μου Φάλτσο» και κυκλοφόρησε το 1987.
[2] «Κομμάτια», «Τη ζωή μου καίω», «Το παλιό μου παλτό», «Λιάδα», «Ζω», «Χρυσό κλουβί», «Καμιά φορά», «Καίγεται του κόσμου ο ουρανός», «Αρχηγός», «Εγώ κι ο χρόνος», «Τα τραπουλόχαρτα», «Η αλήθεια μένει».
[3] Δήμητρα Γαλάνη, Κώστας Τουρνάς, Λάκης Παπαδόπουλος, Αντώνης Ανδρικάκης
[4] 1990: Δακτυλικά αποτυπώματα, 1992: Αμάν, 1993: Άλα, 1994: 4, 1995: Tάμα, 1996: Φωνή Βοώντος, 1997: Τα Γιουσουφάκια, 1998: Τουρνάς – Δαντης Live (Κρυφό σχολειό), 1999: Το παλιό μου παλτό, 2001: Το δωμάτιο, 2003: Ένα τραγούδι ακόμα, 2004: Maya Maya, 2005: Κατά βάθος, 2006: Μην πεις ποτέ, 2007: Rock + Live, 2008: Εκτός τροχιά, 2010: Σκοτώνω, 2011: Τα δικά μας τραγούδια, 2015: Το Τσουβάλι
[5] Εκπομπή Happy Day στον Alpha TV, με παρουσιάστρια την Σταματίνα Τσιμτσιλή, 21/06/2016
Μπαλτζή για παλιό παλτό. (2016, Απρίλιος 21). Ανακτήθηκε από https://www.youtube.com/watch?v=B8xVevw4pAw&t=1s (τελευταία επίσκεψη 11/06/2021)